Πρόταση συμβιβασμού από την Κυβέρνηση: Αφορολόγητο στα 7.200 ευρώ

Άλλη μια οπισθοχώρηση ετοιμάζεται να κάνει η κυβέρνηση στην προσπάθεια της να βρει την χρυσή τομή ώστε να κλείσει άμεσα η αξιολόγηση.

Με λίγα λόγια μετά  την έκθεση του ΔΝΤ και την ανακοίνωσή του ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και απαιτείται ελάφρυνση αλλά παράλληλα  και μείωση των συντάξεων και του αφορολογήτου τα κυβερνητικά στελέχη έχουν χαμηλώσει αισθητά τους τόνους όσον αφορά το ύψος του αφορολόγητου.

Εκφράσεις όπως  «δεν νομοθετούμε ούτε ένα ευρώ μέτρα» δεν ακούγονται πια και οι υποσχέσεις είναι περισσοτερο μετρημένες.

Μία από τις ενδεχόμενες αντιπροτάσεις που εξετάζει το κυβερνητικό επιτελείο για να καταθέσει στους Θεσμούς είναι να νομοθετηθούν νέα μέτρα, τα οποία όμως δεν θα ξεπερνάνε  τα 2,5 δισ. ευρώ και στα οποία θα προβλέπεται μείωση αφορολογήτου περίπου στα 7.200 ευρώ (7.000-7.700).
Να σημειώσουμε ότι το αφορολόγητο σήμερα βρίσκεται στα 8.636 ευρώ και η περικοπή του θα οδηγήσει σε μείωση της έκπτωσης φόρου στα 1.600 ευρώ από 2.100 ευρώ, προκειμένου να εισπραχθούν 1 δισ. ευρώ επιπλέον φόροι. Εξάλλου και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος δήλωσε χθες ότι δεν υπάρχει «πρόθεση» η κυβέρνηση να νομοθετήσει προκαταβολικά.

Καθοριστική είναι η τηλεδιάσκεψη του Euroworking Group  αύριο Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου όπου αναμένεται να καταγραφεί και η στάση του εκπροσώπου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών. Βέβαια οι συζητήσεις και οι συνομιλίες θα συνεχιστούν την Παρασκευή και το Σαββατοκύριακο.

Πυρ και μανία  Τσακαλώτος-Στουρνάρας

Σκληρή γλώσσα χρησιμοποίησαν οι κύριοι Τσακαλώτος και Στουρνάρας  στις επιστολές τους οι οποίες ενσωματώνονται στην έκθεση του ΔΝΤ.

– Από τη μια, στην επιστολή του υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος προς το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ αμφισβητεί όλα τα στοιχεία στα οποία έχει στηριχθεί το Ταμείο προκειμένου να προχωρήσει σε προβλέψεις τόσο για την ανάπτυξη, όσο και για το πρωτογενές πλεόνασμα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ως επιτεύξιμο τον στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ και μετά το 2018. Συμφωνεί πάντως με το ΔΝΤ για την «ανάγκη διεύρυνσης της φορολογικής βάσης» αν και τονίζει πως αυτό θα πρέπει να γίνει «μέσω ενίσχυσης της φορολογικής συμμόρφωσης και όχι μέσω της μείωσης του αφορολόγητου».
– Από την άλλη, η επιστολή-καταπέλτης του Γιάννη Στουρνάρα κατακεραυνώνει το ΔΝΤ πως υποεκτιμά την πρόοδο που έχει συντελεστεί και είναι υπερβολικά απαισιόδοξο στις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προβλέψεις του, αλλά και στις εκτιμήσεις του για περαιτέρω ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης τραπεζών. Καταγγέλει ως αστήρικτες τις θέσεις του Ταμείου ότι το τραπεζικό σύστημα θα χρειαστεί επιπλέον στήριξη με 10 δισ. ευρώ όταν ΕΚΤ, SSM και Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμούν πως ο κεφαλαιακός δείκτης των τραπεζών είναι 18% και από τους υψηλότερους στην ΕΕ (θυμίζοντας έτσι σε πολλούς την παλιά κόντρα που είχε ο ίδιος ως υπουργός το 2012 με τον κ.Τόμσεν όταν επιχειρούσε ως επικεφαλής του Ταμείου να «τορπιλίσει» την αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών).

Το αποκορύφωμα είναι η δήλωση Στουρνάρα κατά του Π. Τόμσεν στην Ανάλυση Βιωσιμότητας του Χρέους του 2ου Μνημονίου. «Αντί να αναφέρεται ψευδώς στις προτιμήσεις των ελληνικών Αρχών, θα ήταν πιο ακριβές να αναφέρει ότι οι περιορισμοί της χρηματοδότησης του ελληνικού Χρέους και η έλλειψη εμπροσθοβαρούς ελάφρυνσης του, καθόρισαν τους δημοσιονομικούς στόχους», τονίζει χαρακτηριστικά, εννοώντας ότι οι τερατώδεις στόχοι για πλεονάσματα 4,5% τέθηκαν εκ των υστέρων προκειμένου να «βγαίνει» ο λογαριασμός που εκπόνησε ο κ. Τόμσεν.

Τέλος, Τσακαλώτος και Στουρνάρας κατηγορούν επίσης το ΔΝΤ πως επιμένει σε «παραμετρικά» μέτρα λιτότητας, παραβλέποντας πως από την πλημμυρίδα νέων μέτρων στην τελευταία διετία καταγράφεται ήδη υπερ-πλεόνασμα γενικής κυβέρνησης της τάξεως του 2% του ΑΕΠ και, άρα, όπως αναφέρει ο χαρακτηριστικά ο διοικητής της ΤτΕ, «οι δημοσιονομικές προβλέψεις του Ταμείου εγείρουν πολλά ερωτήματα».

Διαφορετική προσέγγιση Ευρώπης και ΔΝΤ
Μετά και τη συνεδρίαση του Ταμείου στην Ουάσιγκτον ήταν ξεκάθαρη η διαφορά των «στρατοπέδων» (Ταμείου και Βρυξελλών). Μάλιστα η ευρωπαϊκή πλευρά (Γαλλία, Γερμανία, Βέλγιο, Ισπανία) υποστηρίζει ότι η πρόβλεψη του ΔΝΤ για περαιτέρω μείωση της ανάπτυξης από την τελευταία πρόβλεψη δεν δικαιολογείται σε τέτοιο βαθμό, ώστε να χρειαστεί η ομάδα αξιωματούχων που ασχολείται με το ελληνικό πρόγραμμα (Π. Τόμσεν, Ν. Βελκουλέσκου) να εξηγήσει πιο αναλυτικά από πού προκύπτουν οι υπολογισμοί, χωρίς όμως να πείθει τους Ευρωπαίους.
Μάλιστα ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, σχολιάζοντας τη θέση του ΔΝΤ για μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους, τόνισε πως «έχουμε ήδη προχωρήσει σε ορισμένη ελάφρυνση και αν απαιτηθεί επιπλέον και η Ελλάδα συνεχίσει σε εποικοδομητικό δρόμο, τότε θα κάνουμε περισσότερα». Αυτό που ξεκαθαρίζουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είναι πως πέρα από περισσότερη σαφήνεια στα μεσοπρόθεσμα μέτρα, δεν πρόκειται να υπάρξει περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.