Φ. Γεννηματά: Η αντίστροφη μέτρηση για τις εκλογές άρχισε

Το αίτημά της για προσφυγή στις κάλπες «εδώ και τώρα» επαναλαμβάνει η Φώφη Γεννηματά, υπογραμμίζοντας ότι οι εκλογές θα πρέπει να διενεργητθούν πριν η κυβέρνηση δεσμεύσει τη χώρα με αδιέδοξα τετελεσμένα ερήμην των πολιτών. Καταλογίζει στην κυβέρνηση πολωτικό, διχαστικό κλίμα.

«Είναι η ώρα ο ελληνικός λαός, αυτός και μόνο, να αποφασίσει τους όρους και τις εγγυήσεις για τη βιώσιμη έξοδο από την κρίση και να επιλέξει ποιους θα εμπιστευθεί να οδηγήσουν αυτή την πορεία» επισημαίνει η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά σε συνέντευξή της στο Βήμα της Κυριακής. Ενώ θυμίζει ότι ζήτησε την πραγματοποίηση προ ημερησίας διάταξης συζήτησης στη Βουλή σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων για να ανοίξουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις τα χαρτιά τους, «να ακούσουν οι πολίτες τις προτάσεις τους, αν έχουν, για την εθνική γραμμή εξόδου από την κρίση. Για το πως επίσης αντιλαμβάνονται τις διαπραγματεύσεις και την τελική συμφωνία με τους εταίρους μας και τους δανειστές».

Σε ερώτηση για το εάν η κυβέρνηση μπορεί να εξαντλήσει την τετραετία σημειώνει ότι «η αντίστροφη μέτρηση για τις εκλογές έχει ήδη αρχίσει», καθώς «η κοινωνία βράζει».

«Η κυβέρνηση κάνει πως δεν καταλαβαίνει και προσπαθεί να κερδίσει πολιτικό χρόνο με νέα παραμύθια. Υπόσχεται έξοδο «μαϊμού». Δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια ούτε στις δεσμεύσεις που έχει ήδη ψηφίσει, ούτε στις νέες δεσμεύσεις που εν κρυπτώ συζητά. Δεν σηκώνει πια ο τόπος, την τοξική πόλωση, που κλιμακώνει η Κυβέρνηση για μικροκομματικά οφέλη. Το σαράκι του διχασμού υποσκάπτει την όποια εθνική προσπάθεια» σημειώνει.

Όσον αφορά στο ρόλο του Κινήματος Αλλαγής στο πολιτικό σκηνικό, η κ. Γεννηματά σημειώνει πως μπορεί να είναι καθοριστικός για τις εξελίξεις, την πολιτική σταθερότητα και την προοδευτική διακυβέρνηση στη χώρα. «Ζητάμε την ενίσχυση των δυνάμεών μας για να παίξουμε αυτό το ρόλο» υπογραμμίζει.

Κληθείσα να σχολιάσει εάν υπάρχει ένα «μαύρο μέτωπο» που επιδιώκει την πτώση της κυβέρνησης, απαντά ότι «μαύρη σίγουρα είναι η συμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ και άλλα παρακλάδια της δεξιάς για να εδραιωθεί στην εξουσία». Όπως σχολιάζει «τώρα ο κ.Τσίπρας μπροστά στο φάσμα της ήττας αναζητεί εχθρούς και ανακαλύπτει βαρβάρους», προσθέτοντςα ότι είναι γνωστή αυτή η τακτική από αλήστου μνήμης περιόδους της ιστορίας. «Είναι επιλογή που δηλητηριάζει την κοινωνία , υποσκάπτει την ενότητα και την ομοψυχία» προειδοποιεί.

Σχετικά με το ενδεχόμενο συνεννόησης με τον ΣΥΡΙΖΑ, υπογραμμίζει ότι ο κ.Τσίπρας «έκοψε τις γέφυρες συνεννόησης πολύ νωρίς».

Τώρα «επικοινωνιακά παιχνίδια από τα στελέχη του και μικροκομματικές σκοπιμότητες δεν μας αφορούν. Εμείς έχουμε σταθερές, πάγιες απόψεις και θέσεις για την ανάγκη εθνικής συνεννόησης στα μεγάλα ζητήματα. Εμμένουμε σε αυτό γιατί η πολιτική ζωή στη χώρα πρέπει επιτέλους να φύγει από τα παλιά πρότυπα όξυνσης και διαίρεσης. Αυτό κανείς δεν πρέπει να το συγχέει με προθέσεις για Κυβερνητικές συνεργασίες που πρέπει να βασίζονται σε προγραμματικές συμφωνίες» λέει.

Επαναλαμβάνει ότι επιμένει στην εθνική συνεννόηση ως όρο εθνικής επιβίωσης. «Αυτό το ακραίο πολωτικό, διχαστικό κλίμα, που στήνεται με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και της ΝΔ , θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε νέα δεινά τη χώρα, την οικονομία και την κοινωνία» αναφέρει, προσθέτοντας ότι «η εθνική συνεννόηση βέβαια δεν θα έρθει ως ώριμο φρούτο. Δεν μπορεί να έρθει μέσα από ένα πολιτικό τοπίο όπου θα κυριαρχούν οι τακτικές τυφλής σύγκρουσης ανάμεσα στις δυνάμεις του διχασμού. Η εθνική συνεννόηση θα έρθει με την ενίσχυση των δημοκρατικών δυνάμεων της Κεντροαριστεράς, της λογικής που εκφράζει σήμερα το Κίνημα Αλλαγής».

Όσον αφορά στη στάση της κυβέρνησης στα εθνικά θέματα, κάνει λόγο για αμφιθυμία ανησυχητική. «Πρόκειται για μία κυβέρνηση αμφίθυμη, δίγλωσση που καρκινοβατεί μεταξύ αμηχανίας, απραξίας και ανεύθυνων δηλώσεων και αδυνατεί να αναλάβει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες σε Ευρωπαϊκό ,Διεθνές και διμερές επίπεδο. Είναι κατώτερη των περιστάσεων και στα εθνικά μας θέματα» τονίζει.

Κληθείσα να σχολιάσει τη στάση του Κινήματος Αλλαγής στο ζήτημα της αναδοχής παιδιών από ομόφυλα ζευγάρια, σχολιάζει πως πρώτο μέλημα είναι η προάσπιση των δικαιωμάτων των παιδιών. «Η ρύθμιση που πρότεινε η κυβέρνηση δεν το εξασφάλιζε αυτό. Το νομοσχέδιο αυτό είναι ένα γονατογράφημα και είχε σοβαρά προβλήματα. Το κριτήριο για σειρά κατάταξης των υποψηφίων αναδόχων: συζύγων, ζευγαριών σε σύμφωνο συμβίωσης, μεμονωμένων ατόμων κ.ο.κ., ήταν άκαμπτο και αναχρονιστικό» επισημαίνει. «Για το συμφέρον του παιδιού θα πρέπει να προτάσσεται ο καταλληλότερος ανάδοχος ανεξαρτήτως οικογενειακής κατάστασης. Δεν μπορεί να περάσουμε σε μια διαδικασία «πλειοδοσίας» και να μετατραπούν οι αναδοχές σε δημοπρασίες. Δώσαμε μάχη στην επιτροπή ώστε να γίνουν οι αναγκαίες βελτιώσεις. Εφόσον υπάρξουν οι βελτιώσεις και οι αλλαγές θα συζητήσουμε στην ολομέλεια την ψήφιση του νομοσχεδίου» καταλήγει.