Υφυπ. Δικαιοσύνης ΗΠΑ: Οι Ρώσοι ήθελαν να σπείρουν τη διχόνοια στις ΗΠΑ

Στο κατηγορητήριο δεν διατυπώνεται κανένας ισχυρισμός ότι η ανάμιξη των 13 Ρώσων υπηκόων και των τριών ρωσικών οντοτήτων επηρέασε το αποτέλεσμα των εκλογών, ξεκαθάρισε ο υφυπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ Ροντ Ροζενστάιν.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση αυτή, τα πρόσωπα και οι οντότητες αυτές κατηγορούνται για συνωμοσία με στόχο την εξαπάτηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Τρεις από τους υπόπτους κατηγορούνται για συνωμοσία για τη διάπραξη απάτης μέσω διαδικτύου ή τηλεφώνου και για τραπεζική απάτη και άλλοι πέντε για διακεκριμένη κλοπή ταυτότητας.

Μεταξύ των οντοτήτων που παραπέμπονται είναι και η ρωσική Υπηρεσία Έρευνας του διαδικτύου.

Σε ένα δικαστικό έγγραφο, το οποίο επικαλείται το πρακτορείο Reuters, αναφέρεται ότι οι ρωσικές οντότητες άρχισαν να παρεμβαίνουν στην πολιτική διαδικασία στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων και των προεδρικών εκλογών του 2016, από το 2014.

Ορισμένοι από τους κατηγορούμενους, υποκρινόμενοι τους Αμερικανούς, επικοινώνησαν με πρόσωπα που σχετίζονταν με την προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ, τα οποία όμως αγνοούσαν με ποιους συνομιλούσαν. Στο κατηγορητήριο υποστηρίζεται ότι οι Ρώσοι δημιούργησαν επίσης ψεύτικα προφίλ στο διαδίκτυο και σε ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης.

Κάποιοι από αυτούς ταξίδεψαν στις ΗΠΑ και χρησιμοποίησαν ηλεκτρονικούς υπολογιστές στη χώρα για να κρύψουν την προέλευση της δραστηριότητάς τους. Μεταξύ άλλων, στη δράση τους συμπεριλαμβανόταν και η “στήριξη στον Τραμπ (…) και η δυσφήμιση της Χίλαρι Κλίντον”. Μεταξύ άλλων, πλήρωσαν έναν Αμερικανό για να κατασκευάσει ένα κλουβί και έναν δεύτερο για να φορέσει μια στολή φυλακισμένου και να παριστάνει την Κλίντον στη φυλακή.

Εμφανίζονταν ως νεοφυείς αμερικανικές οργανώσεις και οργάνωναν πολιτικές συγκεντρώσεις, ενώ αγόραζαν και χώρο ή χρόνο για πολιτικές διαφημίσεις.

Χρησιμοποιούσαν αριθμούς μητρώων κοινωνικής ασφάλισης και ημερομηνίες γέννησης πραγματικών Αμερικανών πολιτών για να ανοίξουν λογαριασμούς στο Paypal και να εκδώσουν πλαστές άδειες οδήγησης.

Κατά την προεκλογική περίοδο του 2016 οι Ρώσοι κατηγορούμενοι διέδιδαν μειωτικές πληροφορίες για τη Χίλαρι Κλίντον, τον Μάρκο Ρούμπιο και τον Τεντ Κρουζ ενώ στήριζαν τον Μπέρνι Σάντερς και τον Ντόναλντ Τραμπ. Κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2016, άρχισαν να ενθαρρύνουν τις μειονοτικές ομάδες στις ΗΠΑ να μην ψηφίσουν στις προεδρικές εκλογές. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους άρχισαν επίσης, μέσω ιστοτόπων κοινωνικής δικτύωσης και διαφημίσεων στο Facebook, να προωθούν τον ισχυρισμό ότι το Δημοκρατικό Κόμμα διαπράττει εκλογική νοθεία.

Μετά την εκλογή του Τραμπ οργάνωσαν πολιτικές συγκεντρώσεις υπέρ του.

“Στρατηγικός στόχος τους ήταν να σπείρουν τη διχόνοια στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων και των προεδρικών εκλογών του 2016”, υπογραμμίζεται στο κείμενο της παραπομπής. Μεταξύ άλλων, είχαν δημιουργήσει σελίδες σε ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης που ασχολούνταν με τα θέματα της μετανάστευσης, του κινήματος “Οι ζωές των μαύρων μετρούν”, της θρησκείας και άλλων ζητημάτων.

Δύο από τους κατηγορούμενους ταξίδεψαν στη Νεβάδα, την Καλιφόρνια, το Νέο Μεξικό, το Κολοράντο, το Ιλινόι, το Μίσιγκαν, τη Λουιζιάνα, το Τέξας και τη Νέα Υόρκη για να συγκεντρώσουν πληροφορίες.

Σε επικοινωνία που είχαν με μια οργάνωση που εδρεύει στις ΗΠΑ, τους δόθηκε η οδηγία “να επικεντρώσουν τη δράση τους στις αμφίρροπες Πολιτείες”, όπως στο Κολοράντο, τη Βιρτζίνια και τη Φλόριντα.

Δεν επηρεάστηκαν οι εκλογές

Η παραπομπή δείχνει ότι οι Ρώσοι ήθελαν να σπείρουν τη διχόνοια στις ΗΠΑ, πρόσθεσε.

Ο υφυπουργός σημείωσε ότι μέχρι στιγμής δεν έχει κάποια επικοινωνία με τη Μόσχα και ότι θα ακολουθηθεί η συνήθης διαδικασία για την έκδοση των υπόπτων.

Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ είπε στο πρακτορείο Reuters ότι δεν έχει ενημερωθεί ακόμη για την παραπομπή των Ρώσων πολιτών που κατηγορούνται για ανάμιξη στις αμερικανικές εκλογές.

Το γραφείο του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ που ερευνά την υπόθεση της ανάμιξης της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές ανέφερε ότι η εκστρατεία των Ρώσων είχε ξεκινήσει από το 2014. Κατά την προεκλογική περίοδο του 2016 στόχος τους ήταν να στηρίξουν τον Ντόναλντ Τραμπ και να δυσφημίσουν τη Χίλαρι Κλίντον.

Στο κατηγορητήριο, έκτασης 37 σελίδων, περιγράφεται μια «συνωμοσία» με στόχο τη διατάραξη των εκλογών, από ανθρώπους που χρησιμοποιούσαν ψεύτικες ταυτότητες για να περάσουν τα διχαστικά μηνύματά τους, ταξίδευαν σε διάφορες Πολιτείες για να συλλέξουν πληροφορίες και οργάνωναν πολιτικές συγκεντρώσεις υποδυόμενοι τους Αμερικανούς πολίτες.

Το έγγραφο αυτό απηχεί σε μεγάλο βαθμό τα συμπεράσματα στα οποία είχε καταλήξει τον Ιανουάριο του 2017 η κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ, η οποία υποστήριζε ότι η Ρωσία είχε αναμιχθεί στις εκλογές και ότι ένας από τους στόχους της ήταν να βοηθήσει τον Τραμπ.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Σάρα Σάντερς είπε ότι ο πρόεδρος έχει ενημερωθεί για τις εξελίξεις.

Ο Τραμπ είχε καταγγείλει την έρευνα του Μιούλερ για το αν στελέχη της προεκλογικής εκστρατείας του συνεργάστηκαν με το Κρεμλίνο, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για «κυνήγι μαγισσών».

Ρωσικό ΥΠΕΞ

Οι ισχυρισμοί ότι Ρώσοι πολίτες παρενέβησαν στις εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι “παράλογοι” δήλωσε απόψε η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα.

Ομοσπονδιακό Συμβούλιο Ενόρκων παρέπεμψε νωρίτερα σήμερα 13 Ρώσους και 3 ρωσικές οντότητες με την κατηγορία της ανάμιξης στις αμερικανικές εκλογές και τις πολιτικές διαδικασίες.

“Δεκατρείς άνθρωποι παρενέβησαν στις εκλογές των ΗΠΑ; Δεκατρείς εναντίον μυστικών υπηρεσιών με προϋπολογισμό δισεκατομμυρίων; Εναντίον υπηρεσιών κατασκοπείας και αντικατασκοπίας, εναντίον των πιο σύγχρονων τεχνολογιών; Παράλογο; Ναι”, έγραψε η Ζαχάροβα σε μια ανάρτησή της στο Facebook.

Ένας αμερικανός ύποπτος

Το γραφείο του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ έδωσε στη δημοσιότητα δικαστικά έγγραφα σύμφωνα με τα οποία ένας Αμερικανός πολίτης, ο Ρίτσαρντ Πινέντο από την Καλιφόρνια, δήλωσε ένοχος για μια κατηγορία κλοπής ταυτότητας και απάτης.

Σύμφωνα με τα έγγραφα αυτά, ο Πινέντο είχε ιδρύσει μια διαδικτυακή εταιρεία, την Auction Essistance και την χρησιμοποιούσε για να πουλάει αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών μέσω του Ίντερνετ σε πρόσωπα που γνώριζε ότι δεν βρίσκονταν στις ΗΠΑ.

Ο Πινέντο εν γνώσει του αγόρασε και πούλησε εκατοντάδες τέτοιους τραπεζικούς λογαριασμούς, μεταξύ 2014-2017 σε ανθρώπους που ήθελαν να παρακάμψουν τα διαδικτυακά συστήματα ασφαλείας πληρωμών. Για την πώληση αυτή έλαβε ως αμοιβή δεκάδες χιλιάδες δολάρια.

Με βάση τη συμφωνία του με τις δικαστικές αρχές, ο Πινέντο θα καταδικαστεί σε φυλάκιση 12-18 μηνών και σε πρόστιμο μεταξύ 5.000-50.000 δολάρια.

ΑΠΕ-ΜΠΕ