Σενάρια τρόμου για ανακεφαλαιοποίηση & κούρεμα καταθέσεων- Ανησυχία στις τράπεζες

Νέα κεφάλαια θα χρειαστούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας στην περίπτωση που υπάρξει περαιτέρω καθυστέρηση στη ρύθμιση των «κόκκινων» δανείων, παρόλο που βρίσκονται εντός στόχων σε ό,τι αφορά τα πλάνα της αναδιάρθρωσης. Σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα δύο ζητήματα φαίνεται να ανησυχούν τους τραπεζίτες: η καθυστέρηση ψήφισης του θεσμικού πλαισίου για το ποια δάνεια θα υποστούν «κούρεμα» και αν σε αυτά θα συμπεριλαμβάνονται και εκείνα με την εγγυήση του ελληνικού δημοσίου και το ενδεχόμενο να χρειαστεί νέα ανακεφαλαιοποίηση ύψους 10 δισ. ευρώ, όπως διατείνεται και το ΔΝΤ στην έκθεσή του, λόγω των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Βασική προϋπόθεση, ώστε να αποφευχθεί αυτό το δυσμενές για τις τράπεζες σενάριο, είναι η συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου προκειμένου οι τράπεζες να προχωρήσουν απρόσκοπτα σε κούρεμα, πώληση ή και σε αναδιάρθρωση των επιχειρηματικών δανείων.

Το πρόβλημα όμως που ταλανίζει τις τράπεζες αφορά το αίτημα των θεσμών να συμπεριληφθούν στα δάνεια που μπορούν να αναδιαρθρωθούν και εκείνα με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου που έχουν γίνει ήδη “κόκκινα”.

Τα συγκεκριμένα δάνεια αφορούν στεγαστικά (παλιννοστούντων κ.λπ.) και επιχειρηματικά (που έχουν δοθεί με εγγυήσεις από το ΤΑΝΕΟ κ.λπ.) για τα οποία όμως -επειδή υπήρχε η εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, οι τράπεζες δεν έχουν λάβει επαρκείς προβλέψεις.

Οι τράπεζες πρέπει να έχουν λύσει έως το τέλος του 2017 τα παραπάνω ζητήματα, ώστε να έχουν ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα στα stress tests που θα ακολουθήσουν το 2018. Σε διαφορετικά περίπτωση και εφόσον οι εξελίξεις δεν είναι οι αναμενόμενες τα πιστωτικά ιδρύματα θα αναγκαστούν να ανακεφαλαιοποιηθούν με την καινούρια διαδικασία που προβλέπει η νομοθεσία της Ε.Ε.

Την ίδια ώρα στον τραπεζικό χώρο επικρατεί έντονος προβληματισμός για τον δανεισμό των ελληνικών νοικοκυριών. Σύμφωνα με έρευνα της Τραπέζης της Ελλάδος ο δανεισμός των νοικοκυριών το 1ο τρίμηνο του 2016 ανέρχεται στο 102% περίπου του διαθέσιμου εισοδήματός τους (στα 116,5 δισ. ευρώ). Αξίζει να αναφερθεί ότι όλα τα νοικοκυριά δεν είναι δανεισμένα, ωστόσο εκείνα που παρουσιάζουν δανειακές υποχρεώσεις απέναντι στις τράπεζες έχουν οφειλές διπλάσιες του εισοδήματός τους, δημιουργώντας δυσκολίες στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να εισπράξουν τις οφειλές.

Τη στάση πληρωμών από την πλευρά των επιχειρήσεων, όσον αφορά την εξυπηρέτηση των δανείων, φοβούνται οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, στο πλαίσιο της διαδικασίας εφαρμογής του εξωδικαστικού συμβιβασμού.

Τραπεζικές πηγές που επικαλείται η “Ημερησία” τόνιζαν ότι ήδη οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, κυρίως οι μικρές και μεσαίες που προσδοκούν διευθέτηση των τραπεζικών τους χρεών από τις διατάξεις του εξωδικαστικού, εκδηλώνουν τάσεις μη αποπληρωμής των οφειλών, καθώς αναμένουν τον σχετικό νόμο.

Έντονη είναι η ανησυχία των τραπεζιτών ότι μια τέτοια κίνηση θα οδηγήσει τις επιχειρήσεις σε “πάγωμα” της αποπληρωμής των οφειλών τους όχι μόνο προς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αλλά και προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία, αναμένοντας το θεσμικό πλαίσιο που θα τους επιτρέψει να αναδιαπραγματευτούν τις οφειλές τους.

Στα 121,3 δισ. ευρώ οι καταθέσεις τον Δεκέμβριο

Στα 121,38 δισ. από 124,8 δισ. διαμορφώθηκαν τον Δεκέμβριο οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών στις ελληνικές τράπεζες. Οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα στις τράπεζες εμφανίζουν πτώση τον Δεκέμβριο, κατά 3,42 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 2,7% σε μηνιαία βάση, ωστόσο αυτή αποδίδεται σε αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των στατιστικών στοιχείων. Πρόκειται για τα χαμηλότερα επίπεδά τους από τον Ιούλιο του 2003. Αντίθετα, τον Νοέμβριο είχαν σημειώσει άνοδο κατά 170 εκατ. ευρώ, σε 124,8 δισ. ευρώ.

Από την πλευρά της, όμως, ξεκινώντας από τον Δεκέμβριο, η Τράπεζα της Ελλάδος σταμάτησε να συνυπολογίζει ως καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα, τις καταθέσεις 4,2 δισ. ευρώ στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, καθώς και 2,1 δισ. ευρώ στο ΤΕΚΕ (συνολικά δηλαδή 6,3 δισ.). Έτσι, επειδή πλέον δεν προσμετρώνται τα ποσά από ΤπΔ και ΤΕΚΕ (6,3 δισ. ευρώ) προκύπτει αύξηση των καταθέσεων. Η αλλαγή προέκυψε αφότου η ΕΛΣΤΑΤ διαφοροποίησε τη σχετική κατηγοριοποίηση και θεωρεί πλέον τα δύο ταμεία κομμάτι του ευρύτερου κυβερνητικού τομέα.

Εκροές

Τους τελευταίους μήνες οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζουν περιορισμένες εισροές καταθέσεων μετά την εξασφάλιση της τρίτης διάσωσης και παραμένουν εξαρτημένες από την κεντρική τράπεζα και την ΕΚΤ για να καλύψουν τα χρηματοδοτικά τους κενά. Υπενθυμίζεται ότι το διάστημα από τον Δεκέμβριο του 2015 μέχρι τον Ιούλιο του 2016, ο τραπεζικός τομέας είχε εκροές καταθέσεων 42 δισ. ευρώ.