Η κυβέρνηση ανακοίνωσε, δια του Πρωθυπουργού, ότι προστέθηκε μια ακόμη λίστα Ελλήνων με καταθέσεις στο εξωτερικό στο πεδίο των ερευνών της -και αυτή προέλευσης Φαλσιανί. Έχουμε επίσης τη λίστα Λαγκάρντ, τη λίστα Λιχνενστάιν, τη λίστα Ρηνανίας και τη λίστα των 53.000 προσώπων που σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος έβγαλαν χρήματα στο εξωτερικό διαρκούσης της κρίσης. Αρμόδιοι υπουργοί προβλέπουν ότι από αυτές τις λίστες θα εισρεύσουν έσοδα στοκρατικό ταμείο και αυτό συνιστά επιτυχία της κυβερνητικής πολιτικής στην οικονομία.

Η πρώτη απορία από αυτές τις ανακοινώσεις είναι γιατί μια κυβέρνηση -και η σημερινή δεν είναι η πρώτη- αισθάνεται την υποχρέωση να κοινοποιήσει μια υπηρεσιακή διαδικασία, όπως είναι οι φορολογικοί έλεγχοι. Ο υπουργός Οικονομικών και πολύ περισσότερο η κυβέρνηση στο σύνολο της δεν είναι φορολογική αρχή. Για ποιο λόγο λοιπόν έχει λόγο στη διερεύνηση τυπικών φορολογικών υποθέσεων; Αν είναι υπόθεση της κυβέρνησης είναι σαν να λέει ότι αν θέλει αυτές οι υποθέσεις θα ερευνηθούν, αν δεν θέλει θα μπουν στο αρχείο. Αν δεν είναι, τότε η κυβέρνηση κακώς αναμειγνύεται.

Στην Ευρώπη πουθενά ο έφορος δεν υποκαθίσταται από τον υπουργό Οικονομικών ή πολύ περισσότερο από τον Πρωθυπουργό. Με τον ίδιο τρόπο πουθενά στην Ευρώπη οι αυτονόητοι φορολογικοί έλεγχοι δεν προβάλλονται ως οικονομική πολιτική, ή ως κυβερνητικές επιτυχίες. Ο λόγος είναι απλός: τα έσοδα που προκύπτουν από αυτές τις λίστες -όποτε και αν προκύψουν -αφορούν εκκαθαρίσεις του παρελθόντος. Δεν συνιστούν πρόβλεψη οικονομική ευρωστίας για το μέλλον.

Ακόμη και αν όλοι όσοι περιλαμβάνονται σε όλες τις λίστες αποδειχθούν φοροφυγάδες και κληθούν να πληρώνουν τους φόρους που υπεξαίρεσαν, απλώς θα αποκατασταθεί η νομιμότητα για παλιές οικονομικές δραστηριότητες και η ενδεχομένη ενίσχυση του κρατικού ταμείου θα είναι εφάπαξ.

Σε κάθε περίπτωση δεν είναι λογικό να πιστώνεται στην κυβέρνηση μια αυτονόητη λειτουργία του κράτους. Όπως δεν είναι έντιμο να χρησιμοποιεί η κυβέρνηση τις λίστες σαν χάντρες και καθρεφτάκια, για να ξεγελάσει τους ιθαγενείς. Προβάλλοντας μια τυπική δραστηριότητα των φορολογικών μηχανισμών ως δική της δραστηριότητα, προσπαθεί να δημιουργήσει την παραπλανητική εικόνα άσκησης επαρκούς οικονομικής πολιτικής.

Η διαμόρφωση μαγικής εικόνας αποτελεσματικότητας και οικονομικής ανάκαμψης με την αυτοπροβολή της κυβέρνησης ως κυνηγού φοροφυγάδων, ακόμη και σε περιπτώσεις που ενδέχεται να αποδειχθούν αέρας καμπανιστός, συνιστά δημαγωγία. Το οικονομικό επιτελείο συγχέει την έρευνα των οικονομικών υπηρεσιών για ενδεχόμενους φοροφυγάδες με την οικονομική πολιτική -που δεν έχει η κυβέρνηση. Κατά συνέπεια οι προβλέψεις που εκλαμβάνουν την πιθανή άντληση εσόδων από τις διαβόητες λίστες ως οικονομική ανάκαμψη, έχουν την αξία που θα έδινε ο θρυλικός οικονομολόγος Τζων Κένεθ Γκαλπρέηθ: “Κάνουν τις προβλέψεις της αστρολογίας να φαίνονται αξιόπιστες”.