Για μια κοινωνία ίσων ευκαιριών

Οι παθογένειες του ελληνικού κράτους και συστήματος έχουν απαριθμηθεί και αναλυθεί επανειλλημένα. Αδυναμία πάταξης της φοροδιαφυγής, αξιολόγησης στον δημόσιο τομέα, στήριξης των επιχειρήσεων είναι τα πιο εμφανή προβλήματα που οδήγησαν την χώρα μας στην σημερινή της κατάσταση. Λιγότερο εμφανής αλλά εξίσου πολύ σημαντική σε κοινωνικούς και οικονομικούς όρους είναι και η αδυναμία πλήρους ένταξης στον εργασιακό τομέα των ατόμων με αναπηρία καθώς, και η αξιοποίηση των δυνατοτήτων τους.

Πιο συγκεκριμένα, ο υπαλληλικός κώδικας στις διατάξεις του προβλέπει την «υποχρεωτική απασχόληση σε ποσοστό 8% επί του συνόλου προστατευόμενων ατόμων (συμπεριλαμβανομένου προσώπων με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον), από επιχειρήσεις και φορείς του δημοσίου τομέα που απασχολούν 50 άτομα και άνω προσωπικό και δεν εμφανίζουν αρνητικά αποτελέσματα στους ισολογισμούς τους στις προηγούμενες από το έτος πρόσληψης χρήσεις». Ωστόσο, πόσοι είναι αλήθεια εκείνοι οι άνθρωποι που ανήκουν στη συγκεκριμένη κατηγορία και έχουν ενημέρωση σε ποιες δουλειές μπορούν να προσφέρουν; Δυστυχώς, πιστεύω, πως οι άνθρωποι αυτοί είναι λίγοι. Η προσφορά σεμιναρίων και εκπαίδευση σε συγκεκριμένους τομείς αυτών των συμπολιτών μας από το κράτος δεν στοιχίζουν πολλά χρήματα και τα οφέλη από αυτές τις ενέργειες θα είναι πολλά και για την κοινωνία αλλά και για την οικονομία.

Είναι επομένως τα παραπάνω που με κάνουν να αναρωτιέμαι γιατί όσοι διαγωνίζονται στους παραολυμπιακούς αγώνες είναι χαρούμενοι και έχουν αυτοεκτίμηση.Η απάντηση για εμένα βρίσκεται στο ότι αποτελούν μέρος μίας ομάδας και πως η πίστη και η επένδυση στο ταλέντο τους και στη δύναμη που κρύβουν μέσα τους είναι τα συστατικά εκείνα που τους κάνουν να προσπαθούν ακόμη περισσότερο. Είναι επομένως, πολύ λυπηρό οι αξίες πάνω στις οποίες έχουν δημιουργηθεί αυτοί οι αγώνες, αξίες των ίσων ευκαιριών και μηδενικών προκαταλήψεων να μην περνάνε και στην κοινωνία, να μην εφαρμόζονται από το κράτος.

Σήμερα, παρατηρώντας δρόμους, πεζοδρόμια και μέσα μαζικής μεταφοράς βλέπω πως γίνονται πράγματα βελτίωσης της πρόσβασης όσων έχουν ανάγκη.  Αυτό ίσως αποτυπώνει πως υπάρχει η βούληση αλλά εξαντλείται σε μεμονωμένες και όχι μακροπρόθεσμες ενέργειες και σε ορισμένους δήμους ή υπηρεσίες.

Για αυτό τον λόγο και  για να διασφαλιστεί ότι οι άνθρωποι αυτοί αμείβονται επαρκώς για την δουλειά που προσφέρουν, εάν και εφόσον προσληφθούν, ότι υπάρχει ασφάλεια στον εργασιακό τους τομέα αλλά και στα σπίτια και τις κοινότητες που ζουν χρειάζεται να υπάρξει αλλαγή νοοτροπίας η οποία θα ξεκινήσει από τα σχολεία. Εκεί όπου τα παιδιά που χρειάζονται λίγη παραπάνω στήριξη από τα υπόλοιπα θα έχουν την πλήρη δυνατότητα να αναπτύξουν στο μέγιστο τις δεξιότητές τους και κυρίως θα αποκτήσουν το αίσθημα της αυτοεκτίμησης που θα διαρκέσει μία ζωή. Εκεί που και τα παιδιά που δεν αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους δυσκολίες θα μάθουν να σέβονται, να εκτιμούν και να ενδιαφέρονται για τους συμμαθητές τους που αγωνίζονται λίγο παραπάνω.

Μόνο τότε θα εξαλειφθούν τα στερεότυπα, οι προκαταλήψεις και άλλες αρνητικές παράμετροι που σαν κοινωνία μας κρατάνε πίσω.

Επομένως, η πλήρης ένταξη όσων θέλουν να προσφέρουν στη δημιουργία ενός πιο δίκαιου μέλλοντος για την χώρα μας είναι μία ακόμη ευκαιρία που έχουμε ως κοινωνία να ξεπεράσουμε τις δικές μας δυσκολίες και να επιτύχουμε το μέλλον που επιθυμούμε. Δηλαδή, μία κοινωνία με ίσες ευκαιρίες για όλους την οποία μόνο εμείς μπορούμε να δημιουργήσουμε.