Η ελληνική κοινωνία υπό κατάρρευση

Κάθε κοινωνική συλλογικότητα (η ελληνική, η γαλλική, η γερμανική, κ.λπ.) συγκροτείται και λειτουργεί σύμφωνα με το ιδρυτικό καντιανό πρόγραμμα της νεωτερικότητας σε τρία επίπεδα (σε τρεις κοινωνικές σφαίρες): πρώτον στο γνωστικό επίπεδο (κριτική του καθαρού Λόγου), δεύτερον στο πρακτικό-πολιτικό επίπεδο (κριτική του πρακτικού Λόγου) και τρίτον στο αισθητικό επίπεδο (κριτική της κριτικής ικανότητας κατά τον Kant). Το πρόβλημά μας σήμερα είναι το εξής: εάν και σε ποιο βαθμό η ελληνική κοινωνία συγκροτείται και λειτουργεί ως νεωτερική κοινωνία ή ενδεχομένως υπό το πολιτικό καθεστώς του δημόσιου χρέους έχει περιέλθει σε μία κατάσταση, από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει εάν δεν επεξεργασθεί η ίδια ως οντότητα δυνάμεις και μηχανισμούς, οι οποίοι πράγματι την υπερβαίνουν.

Εκείνο το πράγμα που διαπιστώνουμε όλοι μας πολιτικοί και πολίτες (και πρώτος απ’ όλους ο πρωθυπουργός) δια γυμνού οφθαλμού (δηλ. με μία πρώτη εμπειρική ματιά) είναι το γεγονός, ότι η χώρα ως πολιτική οντότητα, ως οικονομική δομή, ως κράτος δικαίου, ως κοινωνικό κράτος, ως σύστημα δικαιωμάτων και ως σύστημα σκέψης και συνείδησης σε τελευταία ανάλυση καταρρέει. Ως χώρα έχουμε ενοικιάσει ένα ξενοδοχείο που ονομάζεται: «Άβυσσος». Αλλά δεν αρκούν ούτε οι εμπειρικές διαπιστώσεις, ούτε οι μεταφορικές εικόνες. Τι χρειαζόμαστε άραγε για να «κατασκευάσουμε» τη συνείδησή μας, για να αντικρύσουμε τον συλλογικό εαυτό μας στον καθρέφτη;

Η ελληνική πολιτική κοινωνία χρειάζεται εδώ και τώρα να εργασθεί σε όλα τα επίπεδα (τα κοινωνικά, τα υλικά, τα συνειδησιακά κ.λπ.) συντονισμένα και με ορθολογική προοπτική για ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα αυτοερμηνείας και αυτοσυνείδησής της ως πολιτικής συνθήκης, η οποία στην παγκόσμια κοινωνία είναι χρεωμένη πολιτική κοινωνία. Αυτό που κατά κόρον λέγεται και ακούγεται ως επιχείρημα, δηλ. ότι η οικονομική κρίση είναι μία ευκαιρία υπαρξιακού αυτοπροσδιορισμού της ελληνικής κοινωνίας, μπορεί επιτέλους να επανέλθει ως ιδέα στη δημόσια σφαίρα.

Η ελληνική κοινωνική συλλογικότητα έχει καταρρεύσει και στα τρία επίπεδα (κοινωνικές σφαίρες) της συγκρότησής της και της λειτουργίας της. Στο γνωστικό επίπεδο, δηλ. στο σύστημα της γνώσης και της επιστήμης τα πράγματα εξακολουθούν να υπακούουν στη λογική των ιδεολογιών όσον αφορά στη γνώση των κοινωνικών επιστημών. Τα ελληνικά πανεπιστήμια είναι γραφειοκρατικά συστήματα επιστήμης και δεν οργανώνονται στοιχειωδώς ως οντότητες ερευνητικής γνώσης. Αυτό σημαίνει, ότι κατά την επόμενη εικοσαετία δεν πρόκειται να προκύψει από τα ελληνικά πανεπιστήμια ως συστήματα επιστήμης κάτι το νέο, κάτι το καινοφανές σε όλα τα επίπεδα του επιστητού. Ο μεταπρατισμός και η αναπαραγωγή της επιστημονικής πρακτικής έχουν καταστεί οι πρώτες «επιστημολογικές αρχές» των ανωτάτων επιστημονικών ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.).

Τι συμβαίνει όμως στην περίπτωση που η ίδια η κοινωνία (δηλ. η ελληνική) συγκροτείται ως πολιτική συλλογικότητα; Τα πράγματα δε διαφέρουν και πολύ. Αντιθέτως όπως η ίδια η κοινωνία καθίσταται ως σύστημα γνώσης γραφειοκρατικό καθεστώς έτσι και στην οργάνωση της πολιτικής η ίδια η κοινωνία ως πολιτική οντότητα «επιλέγει» να κινείται ανάμεσα σε πελατειακές σχέσεις και σε τεχνοκρατικούς συσχετισμούς. Αυτό συμβαίνει στη συγκυρία του 2015 με την κυβέρνηση των κομματικών συλλογικοτήτων ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ. Ενώ επί 30 χρόνια το ΠΑΣΟΚ ως κυβερνητική εξουσία εντάχθηκε στην πελατειακή δομή, τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ μεταμορφώθηκε σε τεχνοκρατική κομματική συλλογικότητα και εφαρμόζει χωρίς παρεκκλίσεις τα προγράμματα του Eurogroup.

Τέλος τίθεται προς δημόσια διαβούλευση το μείζον ζήτημα: μπορεί άραγε η ελληνική κοινωνία να συγκροτηθεί ως αισθητική κοινότητα; Ο επισκέπτης της «Εθνικής Πινακοθήκης» θα απαντήσει χωρίς δισταγμό, ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει και δεν τίθεται καν θέμα προς συζήτηση και διαβούλευση. Η λογική απάντηση είναι η εξής: η Πινακοθήκη δίπλα από το Ξενοδοχείο Χίλτον είναι «αποθήκη και ιστορική καταγραφή τεκμηρίων» και δεν έχει καμία σχέση μ’ αυτό που ονομάζουμε «μουσείο», δηλ. με πρακτική εφαρμογή της αισθητικής κρίσης. Εξ άλλου ακόμη περιμένουμε να λειτουργήσει το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΦΙΞ). Δηλ. ως σύγχρονη κοινωνία ακόμη περιμένουμε να αποφασίσουμε  για το «ωραίο». Η ανάλυσή μας καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: η λεγόμενη οικονομική κρίση δεν είναι κρίση χρήματος και χρηματοπιστωτικού υπολογισμού. Κατέληξε να είναι υπαρκτική κρίση της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας, η οποία στις τρεις κοινωνικές σφαίρες (γνώση, πολιτική και τέχνη) αναζητεί τις πραγματολογικές συνθήκες του αυτοπροσδιορισμού της ως σύγχρονης πολιτικής μορφής ζωής. Η ίδια βρίσκεται υπό καθεστώς κατάρρευσης. Η εμπειρική αυτή διαπίστωση μπορεί να ανατραπεί, μόνον εάν ενεργοποιηθούν εγγενείς ορθολογικές δυνάμεις στα πεδία της επιστήμης, της πολιτικής και της τέχνης, που θα μπορούσαν όχι μόνον να ανατρέψουν τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και να δημιουργήσουν τις πραγματολογικές συνθήκες υπέρβασης και δημιουργίας.