Δυο λόγια για τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη που έφυγε σαν σήμερα

Σαν σήμερα πριν από 174 χρόνια φεύγει από την ζωή ο Αρχιστράτηγος του Ελληνικού απελευθερωτικού αγώνα, μια εμβληματική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Η γενναιότητα, το θάρρος, οι ηγετικές ικανότητες, ο πατριωτισμός, η αυτοθυσία και η στρατιωτική του ιδιοφυία τον ανέδειξαν στον απόλυτο πρωταγωνιστή της Επανάστασης του 1821. Οι νικηφόρες μάχες που έδωσε κατά των Οθωμανών, έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην αποτίναξη του Ζυγού της σκλαβιάς και την απελευθέρωση των κατακτημένων από τους Οθωμανούς – Τούρκους εδαφών.

Ο γεννημένος στο Ραμοβούνι της Μεσσηνίας «Γέρος του Μωριά» στις 3 Απριλίου του 1770,είχε καταγωγή από το Λιμποβίσι της Καρύταινας, ενώ  από μικρή ηλικία γίνεται οπλαρχηγός στην ευρύτερη περιοχή  και γρήγορα η δράση και φήμη του εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Πελοπόννησο.

Το 1806 διώχτηκε από τους Οθωμανούς, με αποτέλεσμα να βρει άσυλο στην βενετοκρατούμενη Ζάκυνθο.

Μέλος της Φιλικής Εταιρίας, καταφθάνει στη Μάνη προκειμένου να λάβει μέρος στην επικείμενη επανάσταση του 1821.Έτσι, συμμετέχει ενταγμένος στο ένοπλο σώμα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη που καταλαμβάνει την Καλαμάτα.

Η συμβολή του Κολοκοτρώνη στη μάχη του Βαλτετσίου, στην άλωση της Τριπολιτσάς και στη μάχη στα Δερβενάκια, τον αναδεικνύουν  σε Αρχιστράτηγο των Ελλήνων στην Πελοπόννησο.

Βέβαια, κατά τη διάρκεια της εμφύλιας διαμάχης του 1823-24, φυλακίζεται στο Ναύπλιο με τον γιο του από την κυβέρνηση Κουντουριώτη και  τον απελευθερώνουν το 1825  οι ίδιοι που τον φυλάκισαν, ώστε να του αναθέσουν και πάλι την αρχιστρατηγία του αγώνα για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά ο Ιμπραήμ, που κόντευε να εξαφανίσει όλη τον εν Πελοποννήσω ελληνισμό. Ο Κολοκοτρώνης αδιαμφισβήτητα, ήταν εκείνος που κράτησε αναμμένη τη φλόγα της επανάστασης έως και το 1828.

Μετά την απελευθέρωση τάχθηκε στο πλευρό του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια και υποστήριξε ένθερμα, την πολιτική του, ενώ κατέστη σημαντικό στέλεχος του Ρωσικού Κόμματος.

Εντούτοις, ήρθε σε ρήξη με την Αντιβασιλεία του Όθωνα και φυλακίστηκε ξανά με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας, ενώ στη συνέχεια καταδικάστηκε σε θάνατο. Με την ενηλικίωση του όμως ο Όθωνας, του χάρισε την ποινή και τον αναβάθμισε αναγνωρίζοντας τις θυσίες του για το έθνος, διορίζοντας τον Σύμβουλο της Επικρατείας και Αντιστράτηγο.

Σημείο αναφοράς του, στην μεταεπαναστατική διαδρομή του  ήταν ο λόγος που εκφώνησε στην Πνύκα. Επιλέχθηκε η Πνύκα ως μέρος εκφώνησης λόγω της ιστορικότητας της, αφού από εκεί οι αρχαίοι Έλληνες – φιλόσοφοι απευθύνονταν προς τους πολίτες της Αθήνας. Ακροατήριο του ήταν οι μαθητές του Α’ Γυμνασίου Αθηνών, αλλά και πλήθος κόσμου, Αθηναίοι από διάφορες κοινωνικές τάξεις και επαγγέλματα που επιθυμούσαν να ακούσουν το λόγο του. Πολύ σημαντικό είναι το εξής απόσπασμα της ομιλίας του:

« Όταν αποφασίσαμε να κάμομε την Επανάσταση, δεν εσυλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχομε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε: «Που πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;», αλλά , ως μία βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση ».

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε στο σπίτι του στις 4 Φεβρουαρίου του 1843 από εγκεφαλικό επεισόδιο, ύστερα από δεξίωση στα ανάκτορα.

…Αξίζει να θυμόμαστε εκείνους που πέθαναν για μας, πριν καν εμείς γεννηθούμε.