Συμπλέει, αλλά και φοβάται

Έτριβαν τα χέρια τους στη Ρηγίλλης το βράδυ της Τετάρτης, όταν έβλεπαν σε εθνικό δίκτυο την πρωτοφανή σε όγκο και παλμό συγκέντρωση της Θεσσαλονίκης. Δεκάδες τηλεφωνήματα δέχθηκε η Αστυνομική Διεύθυνση της συμπρωτεύουσας από επώνυμα στελέχη της Ν.Δ. που ήθελαν να πληροφορηθούν το μέγεθος της συγκέντρωσης. Ύστερα, τα ίδια στελέχη τηλεφωνούσαν στα ΜΜΕ και άφηναν να διαρρεύσουν πληροφορίες ότι «σίγουρα οι πιστοί ξεπέρασαν τους 200.000 και πως οι μισοί είναι οπαδοί της Ν.Δ. και οι άλλοι μισοί του ΠΑΣΟΚ». Και πρόσθεταν με ικανοποίηση: «Είναι το πρώτο σημαντικό πλήγμα που δέχεται η κυβέρνηση Σημίτη. Θα πληρώσει ακριβά την αλαζονεία της και την εμμονή της για άρνηση διαλόγου με την Ιεραρχία». Ο ενθουσιασμός για το «πλήγμα» που υποτίθεται ότι υπέστη η κυβέρνηση τις πρώτες ώρες είχε καταλάβει τους πάντες στη Ν.Δ. Και εκείνους που έχουν ταυτιστεί με τη διοίκηση της Εκκλησίας και εκείνους που τηρούν αποστάσεις.

Οι δύο γραμμές

Χθες όμως επικράτησαν πιο ψύχραιμες σκέψεις, και στην κορυφή της Ν.Δ. υπήρχαν δύο γραμμές. Η μία είναι εκείνη που λέει ότι το κόμμα πρέπει αυτή την ώρα να σταθεί στο πλευρό της Εκκλησίας, διότι μόνο οφέλη έχει να αποκομίσει. «Η φθορά που θα υποστεί το κυβερνών κόμμα θα είναι μεγάλη. Τουλάχιστον το 40% των συγκεντρωμένων ήταν ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ. Και στο κάτω κάτω το κόμμα το δικό μας είναι αυτό που πρέπει να μπει μπροστά και να υπερασπιστεί την Ορθοδοξία». Αυτές οι απόψεις έχουν ακουστεί πολλές φορές με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε συσκέψεις ηγετικών στελεχών το τελευταίο διάστημα. Μόλις πριν από τρεις ημέρες, στη σύσκεψη των τομεαρχών, ο κ. Βύρων Πολύδωρας είχε πει ότι «αν αποφασιστεί να μην πάμε στα συλλαλητήρια, εγώ από την ιδιότητα του τομεάρχη προτιμώ εκείνη του απλού πολίτη και θα παραστώ». Μια άποψη με την οποία συμφώνησαν και οι κ.κ. Γ. Καλός και Θ. Νάκος. Στον αντίποδα είναι η κ. Ντ. Μπακογιαννη και οι κ.κ. Αρ. Σπηλιωτόπουλος και Αν. Παπαληγούρας, οι οποίοι εκτιμούν ότι η Ν.Δ. δεν πρέπει να εμπλακεί σε αυτή την υπόθεση. Δεν είναι όμως μόνο αυτοί οι τρεις. Αρκετοί βουλευτές του κόμματος μολονότι δημόσια αποφεύγουν να τοποθετηθούν ­ φοβούμενοι το πολιτικό κόστος ­ στις κατ΄ ιδίαν συζητήσεις τους εκφράζουν τον βαθύ προβληματισμό τους για την πολιτική δράση της Εκκλησίας και τις ηγετικές εμφανίσεις του Αρχιεπίσκοπου.

Το κόστος

«Ουσιαστικά τούς εκχωρούμε τον δικό μας ρόλο. Το ρόλο της αντιπολίτευσης. Ο Αρχιεπίσκοπος και ο “σκληρός” πυρήνας της Ιεραρχίας που συμφωνεί μαζί του, αν συνεχίσουν έτσι άτυπα, προχωρούν στην ίδρυση ενός πολιτικού φορέα. Αν και κάποιοι πράγματι θα επιθυμούσαν να ιδρύσουν ένα χριστιανοδημοκρατικό κόμμα το οποίο να κυβερνά με τη δική τους καθοδήγηση». Και προσθέτουν: «Οι ιεράρχες έχουν στον νου τους το μοντέλο των χριστιανοδημοκρατικών κομμάτων της Ευρώπης. Μάλιστα, αυτό το έχει πει ευθέως ο Μητροπολίτης Περιστερίου, μόνο που εκείνα τα κόμματα είναι διαφορετικά ­ είναι σύγχρονα και με ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Αντίθετα, ο πολιτικός λόγος των δικών μας ιεραρχών έχει έντονα αντιευρωπαϊκά στοιχεία, ξενοφοβία και ελληνοκεντρισμό, τον οποίο προσδιορίζουν αρνητικά». Αλλά στελέχη της Ν.Δ. κάνουν λόγο για χαοτικές κινήσεις του συστήματος και για ανυπαρξία πολιτικού λόγου και οράματος και των δύο μεγάλων κομμάτων. Αυτά τα κενά, κατά την άποψη τους, έρχεται να καλύψει η Εκκλησία. «Και τονίζουν ότι αν η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση δεν αντιληφθούν το πρόβλημα, πολύ σύντομα θα πληρώσουν το κόστος και οι δύο».

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “