Το γκάλοπ δείχνει ότι ο αγώνας τώρα αρχίζει

Οι δημοσκοπήσεις του τελευταίου μήνα διαμόρφωσαν το πολιτικό κλίμα. Έδωσαν στο ΠΑΣΟΚ ύστερα από καιρό τον αέρα του κυρίαρχου του παιχνιδιού και επανέφεραν τη Ν.Δ. στη γνωστή της εσωστρέφεια, από την οποία έδειχνε να είχε ξεφύγει μετά τη νίκη της στις ευρωεκλογές. Πολλοί στο ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ. έσπευσαν να προεξοφλήσουν ότι η μάχη των εκλογών του Μαρτίου έχει ήδη κριθεί. Στην πραγματικότητα όμως, όπως λένε οι ειδικοί «ο αγώνας των δύο μεγάλων κομμάτων τώρα αρχίζει». Χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι το κυβερνών κόμμα δεν είναι στην καλύτερή του στιγμή της τελευταίας διετίας και η Ν.Δ. στη χειρότερη.

Η υπεύθυνη των ερευνών της MRB κ. Χριστίνα Μπαντούνα, η οποία χειρίστηκε την πρόσφατη δημοσκόπηση, είναι σαφής στην εκτίμησή της: «Δεν πρόκειται για ανατροπή του πολιτικού σκηνικού», λέει χαρακτηριστικά. Και προσθέτει: « Ενδεχομένως η διαφορά με την προηγούμενη εξαμηνιαία συνδρομητική έρευνα του Μαΐου να φαίνεται μεγάλη, αλλά είναι μία τάση την οποία εμείς τη βλέπουμε στις μετρήσεις από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Δηλαδή, διαπιστώνουμε μία σταδιακή άνοδο των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, γιατί περί αυτού πρόκειται». Την ίδια ακριβώς άποψη έχουν και οι επικοινωνιολόγοι κ.κ. Γ. Λούλης και Γ. Σεφερτζής. Ο πρώτος μάλιστα, ο οποίος έχει επεξεργαστεί όλες τις δημοσκοπήσεις για λογαριασμό της Νέας Δημοκρατίας τα τελευταία 5 χρόνια, επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Βεβαίως το 1% που δίνει η δημοσκόπηση υπέρ του ΠΑΣΟΚ ( που είναι στα όρια του στατιστικού λάθους), δεν προδικάζει τίποτα σε μια μάχη στήθος με στήθος. Καθώς μάλιστα και τα δύο κόμματα εμφανίζουν καθαρά προεκλογικές συσπειρώσεις των ψηφοφόρων τους που ξεπερνούν το 80%». Στο ίδιο κλίμα κινείται και ο κ. Γ. Σεφερτζής, ο οποίος διαπιστώνει πως «το ενδιαφέρον δεν εντοπίζεται στο προβάδισμα που για πρώτη φορά δίνει η δημοσκόπηση στο ΠΑΣΟΚ, γιατί αυτό βρίσκεται στα όρια του στατιστικού λάθους. Το ενδιαφέρον εντοπίζεται περισσότερο στα ευρήματα που πιστοποιούν τις αλλαγές που συντελούνται στην ελληνική κοινωνία».

Πέραν της επανασυσπείρωσης των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, από την έρευνα αυτή προκύπτει ένα ακόμη στοιχείο: το κλίμα αισιοδοξίας που υπάρχει στη βάση του κυβερνώντος κόμματος. Η κ. Χρ. Μπαντούνα μιλώντας στον Φλας για το θέμα αυτό είπε ότι «το κλίμα αισιοδοξίας, σύμφωνα με την έρευνα, προέρχεται κυρίως από την καλή πορεία της οικονομίας. Θέλω να το τονίσω αυτό ­ συνέχισε ­ γιατί πλέον ο μικρόκοσμος της οικονομίας συνδέεται άμεσα με τις επιπτώσεις που αντιλαμβάνεται ο πολίτης ότι έχει σχέση με ό,τι τον αφορά στην καθημερινότητά του».

Αλλά και ο Γ. Λούλης αναφέρεται στο καλό κλίμα που υπάρχει στη βάση του ΠΑΣΟΚ στο χθεσινό του άρθρο στη σελίδα του στο Ίντερνετ. Διαπιστώνει ότι αυτό δεν προέρχεται μόνον από την πορεία της οικονομίας, αλλά «και από την εντεινόμενη αίσθηση της κρατικής αποτελεσματικότητας με αφετηρία τους σεισμούς, αλλά και την ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μια εξέλιξη που επικοινωνιακά έχει εκμεταλλευθεί επιτυχώς η κυβέρνηση».

Ο κ. Γ. Λούλης εντοπίζει έναν ακόμη λόγο για την εικόνα που εμφανίζει σήμερα στις δημοσκοπήσεις η Ν.Δ. «Η αξιωματική αντιπολίτευση ­ λέει ­ μετά τη νίκη της στις ευρωεκλογές (μια νίκη που δεν διασφάλιζε επιτυχία στις εθνικές εκλογές) απέφυγε να αντιμετωπίσει κατά πρόσωπο μια μακροχρόνια προβληματική κομματική εικόνα. Μια εικόνα που όσο λιγότερο αλλάζει τόσο περισσότερο φθείρει και τις πιο δημοφιλείς ηγεσίες, υπονομεύοντας έτσι και τις πιο καλές τους προθέσεις. Έτσι, για το εκλογικό τοπίο που καταγράφει η MRB δείχνει πως για πρώτη φορά από τα μέσα του 1997 η Ν.Δ. δεν έχει την πρωτοκαθεδρία στην πρόθεση ψήφου».

Όσο για τον πανικό που διακατέχει μετά την προχθεσινή δημοσκόπηση στελέχη και ψηφοφόρους της Ν.Δ., ο κ. Γ. Σεφερτζής επιρρίπτει τις ευθύνες στην τακτική που ακολούθησε η ηγεσία όταν δημοσιεύθηκαν πριν από 15 ημέρες τα αποτελέσματα των άλλων δημοσκοπήσεων. «Ευθύνονται όσοι παραδόξως και επιπολαίως φερόμενοι έσπευσαν να δημιουργήσουν προσδοκίες περί επικείμενης διάψευσης των αποτελεσμάτων άλλων ερευνών με την έρευνα της MRB, η οποία όμως επιβεβαίωσε αντί να διαψεύσει τις προηγούμενες έρευνες», λέει ο κ. Σεφερτζής.

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “