Εξηγηθείτε κύριε Μητσοτάκη...

«Πολέμιο του κόμματος» χαρακτηρίζει τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη ο Μιλτιάδης Έβερτ και τον καλεί «να δώσει πλήρεις και πειστικές εξηγήσεις» για τη δήλωσή του, με την οποία καλούσε τους οπαδούς του να καταψηφίσουν τον κ. Κ. Καραμανλή και όσους στηρίζουν τις επιλογές του.

 

Ο ΠΡΩΗΝ πρόεδρος της Ν.Δ. τάσσεται κατά των διαγραφών και υπενθυμίζει ότι προσπάθησε την ύστατη στιγμή να ματαιώσει την εσπευσμένη σύγκληση του Πειθαρχικού για να μη ληφθούν αποφάσεις εν θερμώ. Ωστόσο κοιτάζει την επόμενη μέρα και ζητά να μπει τέλος στις εσωκομματικές συγκρούσεις, τις οποίες πλήρωσε και ίδιος ακριβά την περίοδο της ηγεσίας του.

Ξεκαθαρίζει ότι εξακολουθεί να στηρίζει τον κ. Κ. Καραμανλή, μολονότι είναι κοινό μυστικό ότι διαφωνεί με αρκετές επιλογές του και κυρίως με την αντιπολιτευτική τακτική που ακολουθεί.

Επίσης αυτή την κρίσιμη στιγμή για το κόμμα προσπερνά την ενόχλησή του ότι η ηγεσία τής Ν.Δ. δεν τον συμβουλεύεται στα σημαντικά θέματα διότι, όπως εξηγεί, προέχει η ενότητα του κόμματος και η νίκη του στις προσεχείς εκλογές.

Οι σχέσεις του κ. Μ. Έβερτ με τον κ. Κ. Μητσοτάκη ήταν πάντα κακές. Η άποψή του είναι όμως ότι οι προσωπικές αντιπαραθέσεις δεν πρέπει να κυριαρχούν στις πολιτικές αποφάσεις και γι’ αυτό ίδιος πριν από την αναμέτρηση με το ΠΑΣΟΚ, τον Σεπτέμβριο του 1996, έριξε γέφυρες προς τον πρώην πρωθυπουργό και εξασφάλισε ­ έστω στο παρά πέντε ­ τη συστράτευσή του στην εκλογική μάχη. Τώρα ο κ. Μ. Έβερτ θεωρεί ότι ο πρώην πρωθυπουργός «προκαλεί τους ψηφοφόρους του κόμματος», οι οποίοι πάνω από όλα θέλουν να δουν τη Ν.Δ. στην εξουσία και τονίζει με έμφαση: «Εάν αναπτύσσονται και εκδηλώνονται τέτοιες προτροπές, τότε περισσεύουν οι αντίπαλοι».

ΟΙ ΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

ΕΡ.: Δηλώσατε την αντίθεσή σας με τις διαγραφές. Πιστεύετε ότι το κόμμα αυτή την ώρα είναι τραυματισμένο;

ΑΠ.: Κάθε διαγραφή προκαλεί τραυματισμό. Σε οποιοδήποτε κόμμα και αν γίνεται και οποτεδήποτε και αν γίνεται.

Όλες οι διαγραφές, όλες οι αποχωρήσεις που γίνονται σε όλα τα κόμματα (και στο ΠΑΣΟΚ που έγινε στο παρελθόν με τον κ. Παπανδρέου και τώρα με τον κ. Σημίτη) συνιστούν τραυματισμό του συγκεκριμένου κόμματος. Αυτό είναι μια πραγματικότητα.

ΕΡ.: Οι συνεργάτες του κ. Καραμανλή λένε πως ο σημερινός πρόεδρος τόλμησε αυτό που δεν τολμήσατε εσείς. Να απομακρύνει τον κ. Μητσοτάκη από τα όργανα και να διαγράψει εκείνα τα κορυφαία στελέχη που πάντα δημιουργούσαν προβλήματα.

ΑΠ.: Κάθε πράξη ή παράλειψη τη σταθμίζεις πολιτικά. Κάποια πράξη η οποία χθες μπορεί να ήταν λάθος, σήμερα μπορεί να είναι σωστή. Και το αντίθετο: μπορεί να ήταν τότε σωστή και σήμερα να μην είναι. Διότι ο χρόνος και η συγκυρία οπωσδήποτε μεταβάλλουν τις προοπτικές. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι οι διαγραφές θα μπορούσαν να αποφευχθούν και να βρεθούν άλλες λύσεις.

Βέβαια, δεν μπορεί επ’ άπειρον να υπάρχει και αυτή η εσωστρέφεια του κόμματος. Διότι η εσωστρέφεια βλάπτει. Και δεν βλάπτει απλώς και μόνο το κόμμα. Η Νέα Δημοκρατία έχει ένα θεσμικό ρόλο να διαδραματίσει ως αξιωματική αντιπολίτευση.

Εδώ και πολλά χρόνια έχουμε ένα μεγάλο πρόβλημα λειτουργίας των κομμάτων. Ψάχνονται τα κόμματα και δεν έχουν βρει τον εαυτό τους. Δεν έχουν δώσει απαντήσεις στο πώς θα προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο, ποιες μεταλλαγές πρέπει να γίνουν στη δομή και τη λειτουργία τους ούτως ώστε να μην είναι παραμάγαζα εξυπηρέτησης προσωπικών συμφερόντων ή διαπλεκομένων συμφερόντων.

Χρειάζεται αλλαγή της δομής για να μπορέσουν τα κόμματα να πλησιάσουν τον πολίτη, να βγουν στις τοπικές κοινωνίες, να αφουγκραστούν τα προβλήματα των πολιτών και να δώσουν συγκεκριμένες λύσεις. Μια αντιπολίτευση για να επιτύχει δεν αρκεί να ασκεί κριτική. Πρέπει να διατυπώνει προτάσεις.

«ΠΟΛΕΜΙΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ»

ΕΡ.: Σας αιφνιδίασε ο κ. Μητσοτάκης με την παρότρυνση προς τους οπαδούς του να καταψηφίσουν τη Νέα Δημοκρατία;

ΑΠ.: Η δήλωση να καταψηφιστεί το κόμμα υπερβαίνει κάθε όριο. Εάν ορθά αποδόθηκε, ο κ. Μητσοτάκης αυτοανακηρύσσεται πολέμιος του κόμματος. Και σ’ αυτό πρέπει να δώσει πλήρεις και πειστικές απαντήσεις. Εάν εκδηλώνονται και αναπτύσσονται τέτοιες προτροπές, τότε περισσεύουν οι αντίπαλοι. Είναι πρόκληση προς τους ψηφοφόρους του κόμματος.

Διαφωνώ έντονα και αποδοκιμάζω τις δηλώσεις αυτές. Και αυτό παρά το γεγονός ότι ­ όπως σας είπα ­ αναγνωρίζω ότι τα κόμματα χρειάζονται εκσυγχρονισμό, με σκοπό να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικότερα τα προβλήματα της κοινωνίας και του τόπου. Τη δεκαετία του ’80 δημιουργήθηκε μία αντίληψη και μία νοοτροπία σύμφωνα με την οποία οι κλαδικές οργανώσεις, οι τοπικές οργανώσεις έχουν σκοπό να ικανοποιούν τις κλαδικές απαιτήσεις των εργαζομένων, τα προσωπικά ρουσφέτια. Αυτό έκανε πράγματι μεγάλη ζημιά στην ίδια τη δημοκρατία. Πρέπει να γίνονται οι κομματικές οργανώσεις κυψέλες ανταλλαγής απόψεων, θέσεων, προτάσεων, που σημαίνει έξοδο από τα κομματικά γραφεία στην κοινωνία.

Υπ’ αυτή την έννοια ο κ. Μητσοτάκης είχε κάποιο δίκιο με τις δηλώσεις του. Αλλά έχει μεγάλο άδικο όταν λέει ότι τα κόμματα είναι στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως κλείνανε τις πόρτες για να βασανίζουν και να σκοτώνουν, αυτό ξέρω. Ενώ στα κόμματα είναι ανοιχτές οι πόρτες και όποιος θέλει φεύγει.

«ΔΕΝ ΒΛΕΠΩ ΝΕΟ ΚΟΜΜΑ»

ΕΡ.: Πάμε για νέο κόμμα κ. πρόεδρε;

ΑΠ.: Δεν το βλέπω. Ούτε το αντέχει το πολιτικό σύστημα. Και νομίζω ότι μπροστά στους κινδύνους τους οποίους διατρέχει η πατρίδα μας (Σκόπια, Κοσσυφοπέδιο, Τουρκία) δεν πρέπει να υπάρχουν αποδυναμωμένα κόμματα. Πρέπει όμως να προσθέσω ότι με την επίδραση η οποία έχει αρχίσει να ασκείται στην πολιτική ζωή του τόπου με τα διαπλεκόμενα συμφέροντα, επέρχεται ουσιώδης αποδυνάμωση των κομμάτων που πλήττει καίρια τη δημοκρατία, τη λαϊκή κυριαρχία, την άσκηση της εξουσίας.

ΕΡ.: Η Νέα Δημοκρατία ιδεολογικά είναι το κόμμα του μεσαίου χώρου, όπως λέει τελευταία ο κ. Καραμανλής;

ΑΠ.: Τον όρο «μεσαίο χώρο» τον έχω πρωτοπαρουσιάσει εγώ. Η Νέα Δημοκρατία έχει τις ιδεολογικές αρχές της διατυπωμένες από το Συνέδριο της Χαλκιδικής. Μάλιστα είχα την τιμή πριν από το Συνέδριο της Χαλκιδικής να γράψω ένα βιβλίο στο οποίο διατύπωνα επακριβώς τις θέσεις της Νέας Δημοκρατίας.

Αυτές οι ιδεολογικές θέσεις έχουν σήμερα δικαιωθεί απόλυτα και περισσότερο από κάθε άλλη φορά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Έχουμε απόλυτα ρεαλιστικές προτάσεις και θέσεις. Συνεπώς, από την ώρα που η Νέα Δημοκρατία έχει δικαιωθεί ιδεολογικά, δεν έχει κανένα λόγο να αναλώνεται σε συζητήσεις αναπροσαρμογής τής ιδεολογίας της και αναζήτησης νέων ιδεολογικών αρχών ή αξόνων.

Έχει πει ότι είναι κόμμα λαϊκό και κόμμα με κοινωνική ευαισθησία, ότι είναι κόμμα πατριωτικό, εθνικό και, τέλος, ότι είναι κόμμα ριζοσπαστικό. Βεβαίως ο ριζοσπαστισμός δεν αναφέρεται στην ιδεολογία, αλλά στον τρόπο με τον οποίο επιχειρεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα που απασχολούν τη χώρα: είτε εθνικά είτε οικονομικά είτε κοινωνικά. Ο όρος «ριζοσπάστης» χαρακτηρίζει τον ειρηνικό επαναστάτη, αυτόν τον οποίον αναζητεί βαθιές τομές στο σύστημα, την κοινωνία. Δεν είναι ο συντηρητικός και δεν είναι ο διαχειριστής.

ΕΡ.: Μήπως θα αναλάβετε εσείς κάποια πρωτοβουλία να φέρετε σε επαφή τον κ. Μητσοτάκη με τον κ. Καραμανλή και να αποκαταστήσετε τις σχέσεις τους;

ΑΠ.: Θα το ήθελα, αλλά δεν βλέπω να υπάρχουν οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο, αυτή την ώρα, με την οξύτητα που έχει δυστυχώς δημιουργηθεί. Θέλω να πιστεύω, ότι με το πέρασμα του χρόνου θα δημιουργηθούν καλύτερες συνθήκες, ώστε να υπάρχει ψυχική ηρεμία στο κόμμα. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα επικρατήσουν οι ακραίες θέσεις.

ΣΤΗΡΙΞΗ

ΕΡ.: Κύριε πρόεδρε και ύστερα απ’ αυτές τις εξελίξεις εξακολουθείτε να στηρίζετε τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας;

ΑΠ.: Βεβαίως στηρίζω τον πρόεδρο του κόμματος, ο οποίος εξελέγη με τη βοήθεια όλων μας και μάλιστα με μία πολύ μεγάλη πλειοψηφία. Δεν είναι επιτέλους δυνατόν κάθε λίγο και λιγάκι να αμφισβητείται ο πρόεδρος του κόμματος.

Μπορεί σε ορισμένες επιλογές να διατηρεί ο καθένας από εμάς τη δυνατότητα της διαφοροποίησης, της αποδοχής ή όχι μιας συγκεκριμένης απόφασης. Αυτή όμως η διαφοροποίηση σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να πλήττει την ενότητα του κόμματος και την κοινή προσπάθεια που πρέπει να καταβάλλουμε όλοι μαζί για να κερδίσουμε τις εκλογές.

Ο ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ Έβερτ έχει πάρει πολύ ζεστά τις δημοτικές εκλογές της Αθήνας. Στηρίζει με όλες του τις δυνάμεις τον Δημήτρη Αβραμόπουλο για δύο λόγους, όπως εξηγεί: Πρώτον, γιατί η νίκη του θα είναι και νίκη της παράταξης και, δεύτερον, διότι ως πρώην δήμαρχο τον ενδιαφέρει προσωπικά το θέμα. Στην Ρηγίλλης, πάντως, αντιμετωπίζουν με καχυποψία τις σχέσεις του με τον δήμαρχο Αθηναίων.

Για το θέμα των παρκομέτρων πιστεύει ότι το πρόβλημα προήλθε από την ασάφεια του νόμου, που παρέσυρε όχι μόνο τον Δήμο Αθηναίων, αλλά και τους περισσότερους δήμους της χώρας. Εκτιμά, ότι «ο Δημήτρης Αβραμόπουλος θα ξεπεράσει το πρόβλημα και αυτό δεν θα επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα». Επιτίθεται με δριμύτητα στην κ. Μ. Δαμανάκη, την οποία χαρακτηρίζει αναξιόπιστη λέγοντας ότι «το μόνο θέμα που βρήκε να κάνει κριτική, είναι τα παρκόμετρα. Την ανεργία, την αλλοπρόσαλλη πολιτική και την ακρίβεια δεν τα βλέπει;».

Ο πρώην πρόεδρος της Ν.Δ. επισημαίνει ότι με τη στάση της κ. Δαμανάκη τίθεται θέμα αξιοπιστίας και του Συνασπισμού. «Πώς είναι δυνατόν αυτό το κόμμα να καταγγέλλει την κυβέρνηση για την οικονομική της πολιτική και τα κοινωνικά θέματα και να την στηρίζει στις δημοτικές εκλογές; Την ώρα, μάλιστα, που ο κ. Σημίτης έχει προσδώσει σ’ αυτές τις εκλογές πολιτικό χαρακτήρα».

 


Οι σχέσεις των κ.κ. Μητσοτάκη και Έβερτ ήταν πάντα κακές. Τώρα ο πρώην πρόεδρος της Ν.Δ. χαρακτηρίζει τον πρώην πρωθυπουργό «πολέμιο του κόμματος», ο οποίος «προκαλεί τους ψηφοφόρους»

Ο κ. Μ. ΕΒΕΡΤ, από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε την ηγεσία της Ν.Δ., ήταν σταθερά προσανατολισμένος στα καθημερινά προβλήματα του πολίτη. Μια στάση που δεν άλλαξε ακόμη και όταν δέχθηκε έντονη κριτική μέσα και έξω από το κόμμα του, ότι ρέπει προς τον λαϊκισμό. «Χρέος των πολιτικών είναι να σκύβουν πάνω στα προβλήματα των χαμηλόμισθων, των συνταξιούχων, των ανέργων και εκείνων που πολλοί τούς αποκαλούν περιθώριο. Μόνο τότε έχει περιεχόμενο ο ρόλος τους». Αυτό επισημαίνει κάθε φορά στους συνομιλητές του.

Την ίδια πολιτική ακολουθεί και σήμερα ως απλός βουλευτής. Βρίσκεται στο γραφείο του από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ, βλέπει εκπρόσωπους φορέων και εργαζόμενων και παρεμβαίνει με προτάσεις και καταγγελίες όταν πιστεύει ότι κοινωνικές ομάδες αδικούνται. Παρακολουθεί στενά την πορεία της οικονομίας και επιτίθεται ανοιχτά στον κ. Γ. Παπαντωνίου.

Όσο για τα εθνικά θέματα, υπήρξε σκληρός στην κριτική του προς την κυβέρνηση Σημίτη για τη στάση της απέναντι στην Τουρκία και τώρα εκτιμά ότι κάθε μέρα που περνά δικαιώνεται.

Οι αντίπαλοί του στο κόμμα λένε ότι «με τον Μιλτιάδη Έβερτ μπορεί κανείς να διαφωνήσει και εμείς διαφωνήσαμε και τον πολεμήσαμε. Ένα πράγμα όμως οφείλουμε να του αναγνωρίσουμε ­ ότι είχε πολιτική για όλα τα θέματα. Άσχετα εάν εμάς αυτή η πολιτική δεν μας άρεσε».

ΕΡ.: Συμμερίζεστε κ. Πρόεδρε την αισιοδοξία της κυβέρνησης, ότι η οικονομία βελτιώνεται;

ΑΠ.: Ο κ. Παπαντωνίου είναι μονίμως αισιόδοξος. Και η αισιοδοξία κάνει καλό σε προσωπικό επίπεδο. Όταν, όμως, τίθενται ζητήματα που αφορούν στα συμφέροντα του τόπου και τις προοπτικές της πατρίδας μας, πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Ούτε υπεραισιόδοξοι ούτε απαισιόδοξοι.

Πράγματι, ο πληθωρισμός μειώνεται. Το αποτέλεσμα όμως αυτό οφείλεται στη σκληρή εισοδηματική πολιτική και την πολιτική της σκληρής δραχμής, γεγονός που έχει ως συνέπεια να υφίσταται επιθέσεις το εθνικό μας νόμισμα εδώ και έξι μήνες.

Τη στιγμή λοιπόν που ο ίδιος ο κ. Παπαντωνίου υποστηρίζει ότι για 5-6 μήνες ακόμη θα έχουμε πιέσεις στη δραχμή, δεν μπορώ να καταλάβω πώς είναι αισιόδοξος. Αισιόδοξος δεν μπορεί να είναι κανείς όταν 2.500.000 πολίτες ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας και η ανεργία ξεπερνά το 12%.

Η ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ

ΕΡ.: Πιστεύετε μήπως ότι η υποτίμηση ενδεχομένως θα ήταν μια λύση;

ΑΠ.: Δεν μπορεί κανένας να υποστηρίξει αυτή την ώρα ότι η υποτίμηση θα ήταν ενδεδειγμένη, θα οδηγούσε σε λάθος πολιτική. Αλλά και αν το πίστευα αυτό, δεν θα το έλεγα ποτέ δημόσια.

Εκείνο που κυρίως θέλω να επισημάνω είναι, ότι εδώ και τρία χρόνια δεν ελήφθησαν μέτρα, διαρθρωτικά της οικονομίας, και ότι όλη η προσπάθεια στηρίχθηκε στη σκληρή δραχμή. Και, πράγματι, η άσκηση πολιτικής σκληρού νομίσματος για τη μείωση του πληθωρισμού, είναι μια πολιτική η οποία μπορεί να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά αυτή δεν μπορεί να διαρκεί 3 χρόνια, όπως γίνεται τώρα. Διότι, τελικά, γίνονται ακριβότερα τα παραγόμενα στον τόπο μας προϊόντα και φτηνότερα τα εισαγόμενα, γεγονός που έχει δυσμενείς παρενέργειες στο Ισοζύγιο Πληρωμών, το οποίο σημειώνει ένα πρωτόγνωρης έκτασης άνοιγμα. Γι’ αυτό βλέπουμε ότι βασικοί τομείς της οικονομίας, όπως είναι ο αγροτικός τομέας, όπως είναι η μικρομεσαία επιχείρηση, η βιοτεχνία, αλλά και η βιομηχανία, υφίστανται τις συνέπειες αυτής της πολιτικής.

ΕΡ.: Τι θα προτείνατε στην κυβέρνηση να κάνει τώρα και μέχρι τον Μάιο που θα δέχεται πιέσεις η δραχμή;

ΑΠ.: Χρειάζονται διαρθρωτικά μέτρα στην οικονομία, με έμφαση στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό. Ανάπτυξη μέσω των επενδύσεων. Ανάπτυξη μέσω των εξαγωγών.

Το τρίπτυχο, για να πετύχει αυτή η πολιτική, είναι ανταγωνιστικότητα, ανάπτυξη, απασχόληση. Και η ανταγωνιστικότητα δεν προέρχεται μόνο, όπως θέλει να την εμφανίσει ο κ. Παπαντωνίου, από τη μείωση των εισοδημάτων, από τη μείωση των μισθών και των ημερομισθίων. Είναι κι αυτός ένας συντελεστής κόστους, αλλά δεν είναι ο μοναδικός.

Υπάρχουν συντελεστές κόστους όπως είναι η φορολόγηση, το κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών από δημόσιους τομείς (ΔΕΗ, ΟΤΕ, Συγκοινωνίες κ.λπ.), η σκληρή δραχμή η οποία καθιστά τα προϊόντα μη ανταγωνιστικά. Εάν δεν υπάρξει ανταγωνιστικότητα, δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη και αν δεν υπάρχει ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει ποτέ αύξηση της απασχόλησης, μείωση της ανεργίας.

ΤΟ ΚΟΣΣΥΦΟΠΕΔΙΟ

ΕΡ.: Η κρίση στο Κοσσυφοπέδιο πόσο πρέπει να μας ανησυχεί;

ΑΠ.: Στο βιβλίο μου «Ο Κόσμος που Έρχεται», που κυκλοφόρησε τον περασμένο Οκτώβριο, επισήμανα: «Είναι, βεβαίως, γνωστό ότι οι αλυτρωτικές αντιλήψεις των μειονοτήτων αποτελούν βασική αιτία των αποσταθεροποιητικών τάσεων στη Βαλκανική. Η πυροδότηση μειονοτικών εκρήξεων μπορεί, μάλιστα, να ξεκινήσει από τους Αλβανούς του Κοσσυφοπεδίου ή των Σκοπίων και να δημιουργήσει πολλαπλάσια προβλήματα. Και η Ελλάδα, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι προετοιμασμένη για να προσφέρει τις καλές υπηρεσίες».

Εμείς είμαστε υπέρ του σεβασμού και του απαραβίαστου των υφιστάμενων συνόρων. Βεβαίως, πρέπει οι μειονότητες να έχουν τα δικαιώματα τα οποία τούς αναγνωρίζει το Διεθνές Δίκαιο και οι Συμβάσεις.

ΤΑ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ

ΕΡ.: Στις ελληνοτουρκικές σχέσεις παρατηρείται μια στασιμότητα. Έχετε την ίδια αίσθηση ή πιστεύετε ότι παρασκηνιακά γίνονται προσπάθειες προσέγγισης τις οποίες δεν γνωρίζουμε;

ΑΠ.: Όσες προσπάθειες προσέγγισης και αν γίνουν ­ και γίνονται προσπάθειες προσέγγισης ­ δεν είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε θετικό αποτέλεσμα κάτω από τις σημερινές περιστάσεις. Δεν είναι δυνατόν να γίνει διάλογος με την Τουρκία κάτω από τη σημερινή εσωτερική κατάστασή της. Αμφιβολίες δεν χωρούν σ’ αυτό το σημείο.

Η πολιτική αβεβαιότητα και η αναταραχή που υπάρχει στην Τουρκία, δεν επιτρέπει στην ηγεσία της να καθήσει σε τραπέζι διαπραγματεύσεων για να συζητήσει σοβαρά με βάση το Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς Συμβάσεις. Η εθνικιστική υστερία που αναπτύσσεται στην Τουρκία τροφοδοτεί τη διεκδικητική στρατηγική της και την απόπειρα ανατροπής του ισχύοντος αιγαιακού καθεστώτος.

Ο Πρωθυπουργός τρέχει σαν πυροσβέστης πίσω από τα προβλήματα. Στον εθνικό τομέα κάνει, 2,5 χρόνια τώρα, συνεχώς υποχωρήσεις. Από την υπόθεση των Ιμίων πέσαμε στη διακήρυξη της Μαδρίτης, υποχωρήσαμε στο Συμβούλιο του Λουξεμβούργου, δεχθήκαμε την κατάργηση των επιχειρησιακών ορίων στο πλαίσιο της νέας δομής του ΝΑΤΟ, παντού υπάρχουν υποχωρήσεις. Δεν υπάρχει κανένα θετικό βήμα. Δεν έχουμε κερδίσει τίποτα.

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ

ΕΡ.: Στο ΠΑΣΟΚ, ακόμη και αν ισχύουν αυτά που λέτε, είναι αισιόδοξοι ότι θα κερδίσουν τις εκλογές, αφού, όπως λένε, έχουν απέναντί τους μια αποδυναμωμένη Ν.Δ…

ΑΠ.: Το ερώτημα είναι εάν ένα κόμμα θα κερδίσει τις εκλογές ή εάν ένα κόμμα που κυβερνάει τον τόπο προσφέρει υπηρεσίες στον ελληνικό λαό; Πιστεύω ότι είναι το δεύτερο. Αυτό είναι ο ουσιαστικός σκοπός κάθε κόμματος.

Τα τελευταία χρόνια ο τόπος πάει κάθε μέρα από το κακό στο χειρότερο. Οι πολίτες ­ στη συντριπτική πλειοψηφία τους ­ δυστυχούν σήμερα. Πώς μπορεί να είναι ευτυχισμένη μια κυβέρνηση και να διαλαλεί σε όλους τους τόνους ότι έχει επιτύχει;

ΕΡ.: Πάντως, το πιθανότερο είναι σε μια αναμέτρηση με τη Ν.Δ. να είναι νικητής και πάλι ο κ. Σημίτης…

ΑΠ.: Τις εκλογές κανονικά θα τις δούμε έπειτα από 2,5 χρόνια. Τώρα είναι πρόωρη οποιαδήποτε πρόβλεψη. Εάν συνεχίσει την ίδια πολιτική της κοινωνικής αναλγησίας, ο κ. Σημίτης θα χάσει τις εκλογές κάτω από τη λαϊκή αντίδραση.

ΕΡ.: Υπάρχουν και σενάρια για πρόωρες εκλογές, κ. Πρόεδρε.

ΑΠ.: Μπορεί να υπάρξουν σενάρια για πρόωρες εκλογές. Δεν νομίζω, όμως, ότι οι σφυγμομετρήσεις που βλέπουμε δίνουν προβάδισμα του κυβερνητικού χώρου.

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “