H χώρα χρειάζεται σχέδιο δεκαετίας

Απαιτείται στρατηγικό σχέδιο πολιτικής δράσης με σαφείς προτεραιότητες και χειροπιαστό έργο που να ωφελεί τον πολίτη, ώστε τα ξεπεραστούν τα προβλήματα. Αυτό δηλώνει στα «NEA» η κ. Ντόρα Μπακογιάννη και υποστηρίζει ότι το κλίμα δεν είναι βαρύ μόνο για την κυβέρνηση, αλλά για το σύνολο της πολιτικής.

Για την υπόθεση Τσιτουρίδη παραδέχεται ότι ήταν θέμα ηθικής τάξεως αλλά, όπως λέει, δεν πρέπει να βάζουμε τα παιδιά οποιουδήποτε «στην αρένα του Κολοσσαίου». Επισημαίνει, πάντως, ότι υπάρχει πρόβλημα με τις μετεγγραφές στα Πανεπιστήμια εδώ και 30 χρόνια και καμία κυβέρνηση δεν τόλμησε να το αντιμετωπίσει. Για την τραγωδία με το Σινούκ και τα όσα ακολούθησαν, εκτιμά ότι η κυβέρνηση χρειάζεται έναν σφιχτότερο στρατηγικό και επικοινωνιακό συντονισμό.
Το τελευταίο 15νθήμερο, η κυβέρνηση έχει βρεθεί σε μία δίνη, από την οποία εμφανίζει αδυναμία να βγει. Ποια είναι η πραγματική αιτία κατά τη γνώμη σας;

Κατ’ αρχήν, νομίζω ότι όλοι διαπιστώνουμε πως το κλίμα είναι βαρύ. Το κλίμα δεν είναι βαρύ για την κυβέρνηση, το κλίμα είναι βαρύ για το σύνολο της πολιτικής. Έχουμε παρασυρθεί στο να συζητάμε την παραπολιτική και τα επουσιώδη, ανάγοντάς την σε κεντρικό πεδίο της πολιτικής και της αντιπαράθεσης των κομμάτων. Τα πράγματα δεν είναι έτσι.

Το θέμα Τσιτουρίδη δεν ήταν θέμα ηθικής τάξεως; Δεν έπρεπε να πάρει αυτήν τη διάσταση που πήρε;

Ήταν θέμα ηθικής τάξεως. Ο κ. Τσιτουρίδης παραιτήθηκε. Από εκεί και πέρα, η συζήτηση που παραβιάζει κάθε κανόνα της προστασίας δεδομένων για τα παιδιά όλου του κόσμου και να «βάζουμε» τα παιδιά αυτά στην «αρένα του Κολοσσαίου», είναι απαράδεκτο. Το πρόβλημα δεν είναι ηθικό ούτε προσωπικό. Πρέπει κάποτε να συνειδητοποιήσουμε ότι το πρόβλημά μας είναι πολιτικό. Έχουμε θέμα με τις διαδικασίες για τις μετεγγραφές στα Πανεπιστήμια σ’ αυτόν τον τόπο; Το έχουμε τα τελευταία 30 χρόνια. Καμία κυβέρνηση δεν τόλμησε να το λύσει. E, είναι ώρα επιτέλους να το λύσει μια κυβέρνηση και είναι θετικό ότι άμεσα αυτή η κυβέρνηση προχωρεί σε μέτρα που δίνουν λύση. Δεν υπάρχουν πρώτης και δεύτερης κατηγορίας φοιτητές στην Ελλάδα. Οφείλουμε να έχουν όλοι τα ίδια δικαιώματα. Όλοι γνωρίζουμε ότι υπήρχε μια απαράδεκτη κατάσταση, η οποία διαιωνίζεται για δεκαετίες. Έχουν ευθύνη οι διοικήσεις των Πανεπιστημίων, η ακαδημαϊκή κοινότητα, οι φοιτητικές οργανώσεις και, βεβαίως, η Πολιτεία. Λοιπόν, ας πούμε κάποια στιγμή τα πράγματα με το όνομά τους και ας αποφασίσουμε να βάλουμε μία τάξη.

Είχε προηγηθεί, πάντως, η υπόθεση Σινούκ, από την οποία αναδείχθηκε κατά πολλούς το θέμα της έλλειψης πολιτικής διαχείρισης που υπάρχει στην κυβέρνηση. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;

Την κατηγορούν ότι δεν διαχειρίστηκε με επιτυχία το επικοινωνιακό μέρος. Εμένα με ενδιαφέρει όμως η ουσία. Και το ερώτημα είναι γιατί έπεσε το Σινούκ και ακόμη πιο κρίσιμο είναι ποιος είναι ο διακλαδικός συντονισμός που έχουν τα τρία όπλα των Ενόπλων Δυνάμεων πάνω από το Αιγαίο, σε μια περίοδο που είναι πολύ κρίσιμη. E, αυτό δεν ανεδείχθη με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε δημοσίως το θέμα του Σινούκ. Το τρίτο παράδειγμα είναι η οικονομία. Την ημέρα που εμείς ασχολούμαστε να μάθουμε οποιαδήποτε ψυχολογικά είχε το οποιοδήποτε παιδί του οποιουδήποτε βουλευτού, δημοσιογράφου ή καθηγητού Πανεπιστημίου, η Ελλάδα οδηγήθηκε σε περαιτέρω έλεγχο των δημοσιονομικών της στοιχείων για την περίοδο 1997-99 από το Εκοφίν. Και αυτή η είδηση δεν μεταδόθηκε σε κανένα τηλεοπτικό δελτίο, πλην της NET. Μα είναι δυνατόν στην Ελλάδα να ζούμε σε ένα κλίμα τόσο πολύ κατασκευασμένο, επιτέλους;

Πάντως, η κυβέρνηση δέχεται επικρίσεις, ότι κακώς έκανε αυτή την απογραφή. Ο κ. Παπανδρέου λέει ότι εξέθεσε τη χώρα. Καλώς την έκανε;

Αυτά είναι γελοία πράγματα. H πραγματικότητα δεν αλλάζει με το να «στρουθοκαμηλίσεις». Με το να δηλώσεις ότι είσαι πλούσιος και ισχυρός, δεν σημαίνει ότι είσαι κιόλας. H Ελλάδα έχει πρόβλημα με τα δημόσια οικονομικά της. H κυβέρνηση είχε υποχρέωση να κάνει την απογραφή. Και ταυτόχρονα, ήταν υποχρέωσή της να ενημερώσει τον ελληνικό λαό για την αλήθεια, για τα ευρήματα της απογραφής. Θεωρώ απίστευτη πολιτική υποκρισία τη στάση του ΠΑΣΟΚ. Λέει ότι ήμασταν ευτυχείς που αποκρύψαμε τα πραγματικά στοιχεία τόσο καιρό, λένε «μπράβο μας» που το πετύχαμε, και υποστηρίζουν ότι θα μπορούσαμε να το κάνουμε εσαεί. Επιτέλους, αυτό δεν τιμά την Ελλάδα και δεν υπηρετεί τη μακροπρόθεσμη πολιτική ανάπτυξης και κοινωνικής αλληλεγγύης για τη χώρα.

Λένε πολλοί ότι μετά την περίφημη απογραφή η κυβέρνηση θα προχωρήσει στη λήψη σκληρών και επώδυνων μέτρων. Ήταν αναγκαία αυτή η απογραφή;

Το ζητούμενο είναι το στρατηγικό σχέδιο για την πορεία της Ελλάδας την επόμενη δεκαετία. Σχέδιο με σαφείς προτεραιότητες, με μετρήσιμους στόχους, με συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα για την οικονομία, τη δημόσια διοίκηση, την ανάπτυξη των περιφερειών, την κοινωνική συνοχή και την αλληλεγγύη. Για μένα, αυτό είναι το απολύτως απαραίτητο. Στη συγκυρία που βρισκόμαστε, η Ελλάδα, μετά την εικόνα που δημιουργήθηκε από τους λαμπρούς Ολυμπιακούς Αγώνες, έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα: την Ολυμπιακή υπεραξία. Κατέκτησε ένα κεφάλαιο οικονομικό, ένα κεφάλαιο κύρους, ένα κεφάλαιο αυτοπεποίθησης, το οποίο πρέπει να αξιοποιήσουμε. Γι’ αυτό μπορούμε να βάλουμε σήμερα τον πήχυ. Και δικαιούμαστε, ως κοινωνία, να τον βάλουμε ψηλά. Διότι πετύχαμε πάρα πολλά. Το στρατηγικό σχέδιο, για το οποίο σας μιλάω, πρέπει να κοιτά μακριά, να συγκροτήσει την ατζέντα της πολιτικής για την Ελλάδα των επόμενων χρόνων. Να βάλει στο τραπέζι της πολιτικής και της αντιπαράθεσης των κομμάτων τα μεγάλα θέματα του μέλλοντος. Θέματα όπως είναι η αντιμετώπιση των περιφερειακών και κοινωνικών ανισοτήτων, η αξιοποίηση της τεχνολογίας, τα νέα εκπαιδευτικά δεδομένα, το περιβάλλον, τα δημογραφικά θέματα που συνδέονται με το Ασφαλιστικό, αλλά και με τη μεταναστευτική πολιτική. Για όλα αυτά πρέπει να διαμορφώσουμε συγκεκριμένες λύσεις που να αποδίδουν χειροπιαστό έργο, το οποίο να ωφελεί τον πολίτη. Πρέπει να αναδείξουμε ως κυβέρνηση, με ιδιαίτερη ένταση, τους στόχους, την κατεύθυνση, τις προτεραιότητες, για το πού θέλουμε να πάει η Ελλάδα τα επόμενα δέκα με δεκαπέντε χρόνια.
H κυβέρνηση πρέπει να έχει σφιχτότερο στρατηγικό και επικοινωνιακό συντονισμό
«H κυβέρνηση είναι μια καλή κυβέρνηση, αλλά χρειάζεται, κατά την άποψή μου, ένας σφιχτότερος, στρατηγικός, επικοινωνιακός συντονισμός», δηλώνει η κ. Μπακογιάννη.

Είστε ικανοποιημένη από τη συνολική εικόνα της κυβέρνησης;

H κυβέρνηση είναι μια καλή κυβέρνηση. Και σε πάρα πολλούς τομείς έχει γίνει σημαντικό έργο αυτό το εξάμηνο. Δεν ανήκω σ’ αυτούς οι οποίοι μεμψιμοιρούν ή μονίμως θέλουν να αναζητήσουν αδυναμίες. Χρειάζεται, κατά την άποψή μου, ένας σφιχτότερος, στρατηγικός, επικοινωνιακός συντονισμός.

Μήπως γίνεστε και εσείς αποδέκτης δυσαρεστημένων ψηφοφόρων της N.Δ., που υποστηρίζουν ότι βρίσκουν τις πόρτες υπουργών κλειστές και ότι η βάση δεν έχει… «δικαιωθεί»;

Δεν είναι κακούργημα να είναι κανείς νεοδημοκράτης, επιτέλους. Αρνούμαι να αποδεχθώ αυτή τη λογική, καθώς και τη δημαγωγία που αναπτύχθηκε τις τελευταίες ημέρες, που ενοχοποιούν την ενεργό συμμετοχή και ένταξη σε μια συνδικαλιστική παράταξη. Το λέω ευθαρσώς. Και το λέει ένας άνθρωπος ο οποίος ουδέποτε έχει κατηγορηθεί, σε οποιαδήποτε πολιτική θέση κι αν άσκησε εξουσία, για έλλειψη αξιοκρατίας στις επιλογές του. Αλλά εδώ φτάνουμε σε υπερβολές και ακρότητες, που λένε ότι «εάν είσαι Νεοδημοκράτης, είσαι εξ ορισμού κατώτερος από οποιονδήποτε άλλον πολίτη που επιλέγει άλλο κόμμα». Δεν αντιλαμβάνομαι, για παράδειγμα, γιατί αποτελεί έγκλημα καθοσιώσεως, η ΔΑΚΕ Πολιτισμού να διεκδικεί για τα μέλη της αυτά που διεκδικούν και οι άλλες συνδικαλιστικές παρατάξεις για τα μέλη τους. Δεν είναι δυνατόν να μπούμε σ’ αυτή τη λογική ενοχοποίησης ή σε οποιαδήποτε άλλη λογική διαίρεσης των πολιτών και αναβίωσης του κομματισμού. Οι συνδικαλιστικές παρατάξεις δικαίως διεκδικούν για τα μέλη τους όσα διεκδικούν, και η εξουσία και η Πολιτεία πρέπει με αξιοκρατία και δικαιοσύνη να λειτουργούν χωρίς διαχωρισμούς και ευνοιοκρατία.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “