Σκωτσέζικο ντους για το Aσφαλιστικό

Παράθυρο για αλλαγές στο Ασφαλιστικό και στις συντάξεις άνοιξε ξαφνικά χτες η κυβέρνηση λίγες ώρες μετά τις υποδείξεις του ΣΕΒ για την ανάγκη λήψης μέτρων στο σημερινό συνταξιοδοτικό σύστημα.

Με μισόλογα και δηλώσεις, που στη συνέχεια επιχειρούσαν να αναιρέσουν, υπουργοί της κυβέρνησης άρχισαν ξαφνικά το «κρυφτούλι» για αλλαγές στο ισχύον ασφαλιστικό σύστημα. Στόχος της, επισημαίνουν συνδικαλιστές και πηγές της Χαριλάου Τρικούπη, είναι η προετοιμασία κλίματος για αλλαγές στο Ασφαλιστικό αλλά και προσπάθεια αντιπερισπασμού της κοινής γνώμης στην υπόθεση του Σινούκ που ταλανίζει την κυβέρνηση.
Το ζήτημα δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Αντίθετα, αποκτά ιδιαίτερη σημασία η σημερινή ανακίνησή του, καθώς εδώ και μήνες τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιέζουν με κάθε ευκαιρία για αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και μείωση των συντάξεων, υποστηρίζοντας ότι εάν δεν ληφθούν επειγόντως μέτρα το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας κινδυνεύει να καταρρεύσει τα επόμενα χρόνια.

Ο πρώτος υπουργός που έσυρε τον χορό των δηλώσεων για το Ασφαλιστικό ήταν ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γ. Αλογοσκούφης, ο οποίος μιλώντας την περασμένη Τρίτη στον ρ/σ 9,84 είπε ότι το πρόβλημα του Ασφαλιστικού θα πρέπει να αντιμετωπισθεί μέσα από δημόσια συζήτηση, όταν ωριμάσουν οι συνθήκες. Την επομένη ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών κ. Οδ. Κυριακόπουλος άδραξε την ευκαιρία που του έδωσε ο κ. Αλογοσκούφης, για να ζητήσει ευθέως δραστικά μέτρα στο ασφαλιστικό μας σύστημα. «Δεν νομίζω πως η κυβέρνηση μέσα στη τετραετία μπορεί να αποφύγει το θέμα» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κυριακόπουλος υποχρεώνοντας τον κ. Αλογοσκούφη να επανέλθει και να επιχειρήσει να «μαζέψει» την κατάσταση.

Ωστόσο, χθες στη συζήτηση μπήκε και ο υπουργός Επικρατείας Θόδωρος Ρουσόπουλος, αλλά με έναν τρόπο που επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Στην αρχή της δήλωσής του ουσιαστικά άνοιξε το θέμα του διαλόγου για να επανέλθει στη συνέχεια με στόχο να τον κλείσει. Μάλιστα, όταν κατάλαβε ότι με τις αρχικές του δηλώσεις ανοίγει και επίσημα το θέμα του Ασφαλιστικού, μετά την ενημέρωση των δημοσιογράφων έκανε μια συμπληρωματική δήλωση στις κάμερες με την οποία επιχείρησε εκ νέου να κλείσει το ζήτημα.

Ρουσόπουλος: Ούτε συζήτηση

«Μια κυβέρνηση που σέβεται τον εαυτό της, τη δουλειά που υπηρετεί και τη χώρα πρέπει να είναι σε θέση να προβλέψει και να συζητήσει τα ασφαλιστικά συστήματα, που, όπως όλα τα συστήματα, έχουν κάποια στιγμή ένα τέλος», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Θοδ. Ρουσόπουλος. Και στη συμπληρωματική δήλωση είπε το εξής: «Για το Ασφαλιστικό, και για να αποσαφηνιστεί πλήρως η υπόθεση, η κυβέρνηση δεν προτίθεται να ανοίξει αυτό το θέμα. Άρα, λοιπόν, ούτε συζήτηση, ούτε φυσικά, πολύ περισσότερο, κάποιο νομοσχέδιο».

Αυτές οι δηλώσεις – μισόλογα των δύο υπουργών, αλλά και η δήλωση του προέδρου του ΣΕΒ ήταν αρκετές για να προκαλέσουν την άμεση αντίδραση της αντιπολίτευσης, αλλά και των συνδικάτων. «Οι βιομήχανοι δεν είναι ασφαλισμένοι στο IKA ώστε να νοιάζονται για τη σύνταξή τους», είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος, μιλώντας στον ρ/σ Φλας, ενώ η ΓΣΕΕ ανακοίνωσε ότι «θα αντιπαρατεθεί δυναμικά σε όποια απόπειρα ανατροπής του σημερινού επιπέδου ασφαλιστικών κατακτήσεων στη χώρα».

Αντιδράσεις από ΠΑΣΟΚ

Έντονη ήταν και η αντίδραση από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ. Οι κ.κ. Θ. Τσούρας και Χρ. Πρωτόπαπας, που είναι αρμόδιοι για τα θέματα κοινωνικών ασφαλίσεων, αφού κατηγόρησαν την κυβέρνηση για παλινωδίες που δεν είναι τυχαίες, τόνισαν: «Μοναδικός τους στόχος είναι να αφαιρέσουν βεβιασμένα πόρους του κράτους που σήμερα στηρίζουν τα δικαιώματα των μισθωτών και των συνταξιούχων. Επιλέγουν και πάλι να φορτώσουν σε αυτούς τα βάρη και τις συνέπειες της αδυναμίας τους».

Τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ πρόσθεσαν: «Πέρα από την αποδεδειγμένη έλλειψη συνεννόησης και συντονισμού της κυβέρνησης και σε αυτό το θέμα, οι παλινωδίες δεν είναι τυχαίες. Όσο κι αν προσπαθούν να την κρύψουν, η αλήθεια προβάλλει. H προετοιμασία για την αλλαγή θέσης είναι φυσική συνέχεια της αποτυχίας των χειρισμών τους στην οικονομία που εξέθεσαν και υποβάθμισαν τη χώρα».

Και οι έμποροι

Λάδι στη φωτιά έριξαν χθες και οι έμποροι. Με δήλωση του προέδρου της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου κ. Δημ. Αρμενάκη, ζήτησαν να αρχίσει άμεσα διάλογος για το Ασφαλιστικό. «Οι μέχρι σήμερα μεταρρυθμίσεις του ασφαλιστικού συστήματος δεν δημιουργούν αισθήματα ασφάλειας για την επί μακρόν βιωσιμότητα του συστήματος», είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ και ζήτησε να επανεξεταστούν τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης.

Πάντως, ο αρμόδιος υφυπουργός Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας κ. Νικ. Αγγελόπουλος έσπευσε να καθησυχάσει τους εργαζόμενους, λέγοντας ότι άσχετα από την επαναδιαπραγμάτευση του Ασφαλιστικού δεν πρόκειται να τεθεί θέμα περαιτέρω αύξησης του ορίου ηλικίας για τη συνταξιοδότηση ούτε αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών. Καθησυχαστικός ήταν και ο έτερος υφυπουργός κ. Γερ. Γιακουμάτος, οποίος διευκρίνισε ότι η κυβέρνηση θα κάνει παρεμβάσεις για την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής, αλλά δεν θα συζητήσει την ουσία του Ασφαλιστικού. Πηγές του υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας πρόσθεταν ότι εκτός από την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής μπορούν να εξοικονομηθούν πόροι και από τις περικοπές των αναπηρικών συντάξεων, τις δαπάνες υγείας και τις συγχωνεύσεις Ταμείων, καθώς και τη ρύθμιση των συσσωρευμένων οφειλών (μόνο στο IKA, κατά τους υπολογισμούς του υπουργείου, οφείλονται εισφορές 3,2 δισ. ευρώ).

«Δεν θα αργήσει…»

Κορυφαία κυβερνητικά στελέχη παραδέχονται, πάντως ότι υπάρχει πρόβλημα στο Ασφαλιστικό και αυτό με όλους τους τρόπους το καθιστούν σαφές με κάθε ευκαιρία οι διεθνείς οργανισμοί. «Δεν είναι μόνον οι βιομήχανοι και έμποροι που θέτουν το ζήτημα. Όλοι ξέρουμε ότι υπάρχει πρόβλημα. Το πότε το θέμα θα μπει στο τραπέζι κανείς δεν το ξέρει αυτή την ώρα. Πάντως δεν μπορεί να αργήσει και πολύ…», έλεγε χθες κυβερνητικό στέλεχος.

Άλλα κυβερνητικά στελέχη υποστήριζαν ότι το Ασφαλιστικό είναι ένα θέμα ανοικτό, υποστηρίζοντας ότι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ δεν αντιμετώπισαν ποτέ με αποτελεσματικό τρόπο το θέμα. Ενδεικτική αυτού του κλίματος είναι η δήλωση του υπουργού Επικρατείας, ο οποίος είπε ότι το ασφαλιστικό σύστημα επιβιώνει σήμερα χάριν του νόμου που ψήφισε η N.Δ. επί κυβερνήσεως Κων. Μητσοτάκη (νόμος Σιούφα).

Κύκλοι του ΠΑΣΟΚ από την πλευρά τους εξέφραζαν τη βεβαιότητα ότι η κυβέρνηση προετοιμάζει το κλίμα ώστε σύντομα να ανοίξει το Ασφαλιστικό. Κι εκτιμούσαν ότι προσανατολίζεται να μειώσει τις κύριες συντάξεις και να περικόψει τις επικουρικές, καθώς είναι εξαιρετικά δύσκολο να αυξήσει τα όρια ηλικίας.
Τι έλεγε η N.Δ. στο προεκλογικό οικονομικό της πρόγραμμα
H διατύπωση στο προεκλογικό οικονομικό πρόγραμμα της N.Δ. ήταν σαφής: «Πλήρης εφαρμογή της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης της περιόδου 1990-93 με τις απαιτούμενες προσαρμογές λόγω των μεταβολών που έχουν επέλθει». Πουθενά στο κείμενο δεν εξηγείται τι σημαίνουν αυτοί οι νόμοι για τους ασφαλισμένους, ενώ η χρηματοδότηση του συστήματος παραπέμπεται στη «σταθερά ανοδική πορεία της οικονομίας», χωρίς να διευκρινίζεται πώς θα γίνει αυτό.

Ο σάλος που είχε ξεσπάσει προεκλογικά, αφού ακόμη και τα στελέχη της ΔΑΚΕ θυμήθηκαν τον «νόμο Σιούφα» του 1992, είχε αναγκάσει τον ίδιο τον πρόεδρο του κόμματος να «αδειάσει» το προεκλογικό πρόγραμμα, καθώς όπως διαπιστώθηκε άμεσα οι «δεσμεύσεις» της N.Δ. οδηγούσαν:

– Σε κατώτερη σύνταξη του ΙΚΑ υπολογισμένη στα 16 ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη (από 23 που είναι σήμερα).

– Στη μείωση της σύνταξης αυτών που ασφαλίστηκαν μετά το 1992 κατά 10%.

– Στη μείωση των επικουρικών συντάξεων κατά 70%.

– Σε μείωση των συντάξεων για τους μετά το 1983 ασφαλισμένους έως 30% με την επαναφορά των πεντηκοστών.

– Σε μείωση κατά 14% των συντάξεων για τους ασφαλισμένους μετά το 1993.

– Σε μείωση της χρηματοδότησης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης από το κράτος κατά 600 εκατ. ευρώ ετησίως.

– Σε πλαφόν στην εφάπαξ αποζημίωση.

– Σε αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης έως 7 έτη. Για τις γυναίκες σε Δημόσιο – ΔΕΚΟ – τράπεζες από τα 60 στα 65, για όσους συμπληρώνουν 35ετία έξοδος στα 60 αντί για τα 58 που ισχύει, αύξηση των ορίων ηλικίας και στα βαρέα – ανθυγιεινά κ.ά.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ “