Δεύτερη αναδιάταξη του σκηνικού

Η ΠΡΩΤΗ μεγάλη αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού έγινε με τα μνημόνια. Εξαϋλώθηκε το ΠΑΣΟΚ, γιγαντώθηκε μέσα σε λίγο χρόνο ο ΣΥΡΙΖΑ και απέκτησε ηγεμονικό ρόλο. Διασπάστηκε η Kεντροδεξιά και προέκυψαν απο τη διάσπαση οι ΑΝΕΛ, που έδωσαν δύο φορές την εξουσία στο κόμμα του Αλέξη Τσίπρα. Τώρα πάμε σε νέα αναδιάταξη. Ο συμβιβασμός στο εθνικό μας θέμα ενδεχομένως να προκαλέσει αλλαγές που θα καθορίσουν την πολιτική ζωή για πολλά χρόνια. Προφανώς δεν θα ρίξει την κυβέρνηση ο Πάνος Καμμένος. Το «διαζύγιο», όμως, δρομολογήθηκε. Σίγουρα μετά τις εκλογές -το αργότερο- οι δρόμοι τους χωρίζουν οριστικά. Το Κίνημα Αλλαγής θα δοκιμαστεί άμεσα. Η συζήτηση στη Βουλή αποκάλυψε το μέλλον του νέου φορέα. Είναι λίγες οι πιθανότητες το Ποτάμι και η ΔΗΜΑΡ να συνεχίσουν μαζί με το ΠΑΣΟΚ. Αν το πετύχουν, θα είναι άθλος. Η Ν.Δ. θα μείνει αλώβητη, εάν καταφέρει μέχρι το τέλος αυτής της μακράς διαδικασίας να μην υπάρξουν κεντρικά στελέχη της που θα διαφοροποιηθούν απο την επίσημη γραμμή. Αν χάσει αυτό το στοίχημα η αξιωματική αντιπολίτευση, θα προκύψει νέο κόμμα απο τα δεξιά της. Οι φίλοι του στρατηγού Φράγκου ζεσταίνουν τις μηχανές.

Ο ΑΛ. ΤΣΙΠΡΑΣ έριξε την πιο κρίσιμη πολιτική ζαριά στην πορεία του, για τον ίδιο και την παράταξή του. Ηταν πιο δύσκολη απόφαση, ακόμη και απο εκείνη που πήρε μετά το μοιραίο δημοψήφισμα του 2015. Τότε αποφάσισε να κρατήσει τη χώρα στο ευρώ με ένα ακόμη σκληρό μνημόνιο, γυρίζοντας την πλάτη στους φανατικούς ψηφοφόρους του. Τώρα αποδέχτηκε έναν επώδυνο συμβιβασμό για το Σκοπιανό, κόντρα στη βούληση της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας.

ΠΟΛΛΟΙ ΣΟΒΑΡΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
υποστηρίζουν ότι αυτή η εκκρεμότητα κάποτε έπρεπε να διευθετηθεί και σε μια διαπραγμάτευση δίνεις και παίρνεις. Ακούγεται λογικό. Μόνο που εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με μνημόνια και αιματηρές περικοπές στο κοινωνικό κράτος, αλλά με το εθνικό μας φρόνημα. Είναι δύσκολη η διαχείριση ενός λαού όταν αισθανθεί ταπεινωμένος. Και αυτό το συναίσθημα στη βόρεια Ελλάδα -σίγουρα- είναι κυρίαρχο και διαπερνά όλους τους πολιτικούς χώρους.

ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ο πρωθυπουργός επέλεξε να υιοθετήσει ένα από τα δύο σενάρια που υπήρχαν στο τραπέζι του από τον χειμώνα. Αλλοτε κέρδισε έδαφος το ένα, άλλοτε το άλλο.

Την πλάστιγγα έγειραν χωρίς αμφιβολία οι Αμερικανοί και οι Γερμανοί, για να ανακόψουν τη ρωσική επέκταση σε αυτό το εύφλεκτο κομμάτι των Βαλκανίων. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα κρίνει αν αυτή η απόφαση ήταν προϊόν πολιτικού ρεαλισμού ή πρόκειται για παράδοση άνευ όρων στη βούληση των ισχυρών συμμάχων.

ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΕΝΑΡΙΟ που τελικά απέρριψε ο πρωθυπουργός, υπήρχαν συνομιλητές του που του έλεγαν να πυροδοτήσει τη συμφωνία και να ρίξει την ευθύνη στους γείτονες. Οχι γιατί δεν την πίστευαν – κάθε άλλο. Αλλά γιατί φοβόντουσαν ότι το πολιτικό κόστος θα είναι μεγάλο. Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών με ποσοστά από 70% μέχρι 80%, όπως καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις, δεν επιθυμεί λύση που στην ονομασία της γειτονικής χώρας να εμπεριέχεται ο όρος «Μακεδονία». Ενώ στη βόρεια Ελλάδα τα ποσοστά είναι πολύ μεγαλύτερα και όποιο κόμμα συμφωνήσει με τη συνθέτη ονομασία, κινδυνεύει με βαριά ήττα.

ΚΥΡΙΑΡΧΗΣΕ, όμως, η άποψη εκείνων που επέμεναν ότι η κυβέρνηση πρέπει να αποδεχθεί τον συμβιβασμό, διότι δεν έχει να χάσει τίποτε άλλο. Ελεγαν ότι ακόμη και αν ναυαγήσουν οι συνομιλίες, δεν πρόκειται να κερδίσει πίσω ψηφοφόρους που έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη στιγμή που άνοιξε τη συζήτηση. Αντίθετα, εάν οπισθοχωρήσει τώρα ή δεν καταφέρει να ολοκληρώσει αυτή τη συμφωνία, κινδυνεύει να χάσει ένα μεγάλο κομμάτι από τους δικούς του παραδοσιακούς ψηφοφόρους, αλλά και ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας -ψηφοφόροι της ευρύτερης Κεντροαριστεράς οι περισσότεροι- που επιθυμούν εδώ και πολλά χρόνια τη λύση. Αρα είναι μονόδρομος για την κυβέρνηση να τελειώσει αυτό που άρχισε.

ΠΑΡΑ ΤΙΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΕΣ των δύο πλευρών, το τοπίο ωστόσο παραμένει θολό γιατί κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα αν ο Ζάεφ θα καταφέρει στο τέλος να πείσει τη δική του χώρα γι’ αυτά που συμφώνησε με τον Ελληνα ομόλογό του. Οι πληροφορίες είναι τόσο πολλές και τόσο αντιφατικές μεταξύ τους, ώστε τα ερωτήματα για τη γειτονική χώρα πληθαίνουν και ζητούν απαντήσεις. Ο Σκοπιανός πρωθυπουργός παρότι θέλει ιδεολογικά και πολιτικά τη λύση, ίσως δεν καταφέρει να πείσει την κοινή γνώμη, αφού οι γείτονες εδώ και δεκαετίες έχουν φαντασιωθεί ότι είναι κληρονόμοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Εχει απέναντί του επίσης έναν εχθρικό Πρόεδρο της χώρας, την αντιπολίτευση και τους σκληρούς εθνικιστές που παραμένουν αδιάλλακτοι και μπερδεμένοι με τα αλυτρωτικά τους. Και μην ξεχνάμε ότι οι γείτονες είναι μια νέα, αδύναμη δημοκρατία στα Βαλκάνια, όπου τα πολιτικά πάθη μετατρέπονται εύκολα σε προσωπικές βεντέτες με άγνωστη κατάληξη.

ΟΛΑ ΑΥΤΑ που γνωρίζουμε, λοιπόν, μπορεί να αλλάξουν σε μια στιγμή από έναν αστάθμητο παράγοντα. Και μην περιμένει κάποιος τις απαντήσεις σήμερα ή αύριο. Είναι μια μακρά διαδικασία που θα ξεκαθαρίσει, αν ξεκαθαρίσει, στο τέλος του χρόνου.

To άρθρο του Γ. Πολίτη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Realnews την Κυριακή, 17 Ιουνίου 2018.